Αθήνα, 25-10-2009
Αρ. Πρωτ.: 186
Προς
τον κ. Παύλο Γερουλάνο
Υπουργό Πολιτισμού & Τουρισμού
Κύριε Υπουργέ,
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ) σας συγχαίρει θερμά για την ανάληψη καθηκόντων ως πολιτικού προϊσταμένου του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού (ΥΠΠΟΤ) και σας καλωσορίζει προσβλέποντας σε μια γόνιμη και δημιουργική συνεργασία.
Ο ΣΕΑ, επιστημονικός σύλλογος και συγχρόνως κλαδικό συνδικαλιστικό όργανο των αρχαιολόγων που εργάζονται στο ΥΠΠΟΤ ως μόνιμοι και ως υπάλληλοι με σύμβαση αορίστου χρόνου, εκπροσωπεί την ραχοκοκαλιά της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, του κρατικού φορέα που είναι υπεύθυνος για την προστασία, την συντήρηση, την διαχείριση, την ανάδειξη και την προβολή της μνημειακής και εν γένει πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας. 1.000 επιστήμονες, αρχαιολόγοι και μουσειολόγοι, συγκροτούν τον μεγαλύτερο και αρχαιότερο επιστημονικό σωματείο του ΥΠΠΟΤ και τον μοναδικό θεσμικό φορέα αρχαιολόγων στην Ελλάδα.
Τα πρωτοφανή σε έκταση, ποσότητα, ποικιλία, αλλά και πολυπλοκότητα, έργα συντήρησης, αναστήλωσης, ανάπλασης και ανάδειξης, και οι συνυφασμένες με αυτά αρχαιολογικές έρευνες –ανασκαφικές και άλλες, οι μουσειακές εκθέσεις, τα εκπαιδευτικά προγράμματα, το πολυποίκιλο εποπτικό και εκπαιδευτικό υλικό, μαζί με τις τεράστιες ανασκαφικές έρευνες στο πλαίσιο των μεγάλων έργων που βρίσκονται σε εξέλιξη τα τελευταία είκοσι χρόνια σε ολόκληρη την χώρα κάνουν την Αρχαιολογική Υπηρεσία, πέρα από όλα τα άλλα, έναν ερευνητικό γίγαντα που δικαιωματικά κατέχει την απόλυτη πρωτοκαθεδρία στη μελέτη του κλασικού πολιτισμού στη χώρα που γεννήθηκε καθώς και του βυζαντινού στον προνομιακό χώρο ανάπτυξης του. Άλλωστε, είναι ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων είναι ο φορέας με το μεγαλύτερο ποσοστό μελών – κατόχων μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων από όλους τους κλάδους της Δημόσιας Διοίκησης.
Χάρη στην καθημερινή επαφή τους με τα ίδια τα μνημεία, αλλά και με τους πολίτες οι αρχαιολόγοι του Υπουργείου Πολιτισμού ξεπέρασαν στην πράξη τα αδιέξοδα του στείρου ακαδημαϊσμού που καθορίστηκαν από τις νεοθετικιστικές προσεγγίσεις της προηγούμενης γενιάς και αναγνωρίζουν έμπρακτα την ανάγκη της "κοινωνικοποίησης των μνημείων", ώστε αυτά όχι μόνον να προστατεύονται με τον αποτελεσματικότερο δυνατό τρόπο από τους ίδιους τους πολίτες που γνωρίζοντας τα θα τα αγαπήσουν, αλλά και να αποτελέσουν κρίσιμα στοιχεία αναβάθμισης της ποιότητας ζωής και του πολιτισμού της καθημερινότητας και συγχρόνως πολύτιμες, αναπαλλοτρίωτες και μη ανανεώσιμες πηγές αειφόρου ανάπτυξης.
Οι αρχαιολόγοι σήμερα εφαρμόζουν πρωτοπόρες πολιτικές στον τομέα της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, όχι μνημειοκεντρικές αλλά ανθρωποκεντρικές, αφού μέσω του επισκέπτη είναι που το μνημείο αποκτά την μοναδική του αξία ως φορέας συλλογικής μνήμης και ως στοιχείο ποιότητας ζωής και βιώσιμης ανάπτυξης. Η εφαρμογή ωστόσο των σύγχρονων στρατηγικών ολοκληρωμένης προστασίας της μνημειακής μας κληρονομιάς υπονομεύεται από την υποβάθμιση και απαξίωση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας τα τελευταία χρόνια με την υποστελέχωση, την έλλειψη πόρων και τις μικροπολιτικές παρεμβάσεις των πολιτικών ηγεσιών.
Δυστυχώς, υπουργοί με πρόδηλη αδυναμία να συλλάβουν την πολυδιάστατη σημασία της πολιτιστικής κληρονομιάς στον 21ο αιώνα, προχώρησαν, εσκεμμένα ή ανεπίγνωστα, στην συνολική υποβάθμιση της ολοκληρωμένης μνημειακής προστασίας.
Κύριε Υπουργέ,
Με το υπόμνημα που ακολουθεί θέλουμε:
· να σας ενημερώσουμε για την κατάσταση που επικρατεί στην Αρχαιολογική Υπηρεσία η οποία δυστυχώς τα τελευταία χρόνια έχει περιέλθει σε μια πρωτοφανή κατάσταση διοικητικής παράλυσης και οικονομικής ασφυξίας με αποτέλεσμα σοβαρά προβλήματα τόσο στο έργο της προστασίας των μνημείων όσο και στη διεκπεραίωση των υποθέσεων των πολιτών
· να σας παρουσιάσουμε μερικές από τις προτάσεις μας για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών
· να σας εκθέσουμε τα ζητήματα που μας αφορούν ειδικότερα, τα περισσότερα από τα οποία δεν είναι απλώς αιτήματα του κλάδου μας, άλλα στοιχειώδεις ενέργειες που απαιτούνται για την εύρυθμη λειτουργία της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας
Προκαταρκτικά θέλουμε επίσης να επισημάνουμε ότι η συνένωση του Υπουργείου Πολιτισμού με εκείνο του Τουρισμού βρίσκει τους αρχαιολόγους προβληματισμένους. Η σύνδεση του πολιτισμού με την τουρισμό δείχνει να υπερτονίζει μια παράμετρο του πολιτισμού που είναι μεν βασική, αλλά όχι κυρίαρχη. Ειδικότερα, η αιτία ύπαρξης της πολιτιστικής κληρονομιάς είναι πρωτίστως ο παιδευτικός της ρόλος. Όπως άλλωστε γνωρίζετε από τις σπουδές σας στην ιστορία, τα μνημεία ως φορείς συλλογικής και ατομικής μνήμης τα μελετούμε, τα προστατεύουμε και τα αναδεικνύουμε ώστε η άυλη αξία τους, ως υλικών μαρτυριών του ανθρώπου, να επενδυθεί στην συνειδησιακή διαμόρφωση του πολίτη και στην ιστορική προοπτική της κοινωνίας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η πολιτιστική κληρονομιά αποκτά την προστιθέμενη αξία της ώστε να καταστεί ενδιαφέρουσα για τον τουρίστα, να αποτελέσει επομένως και «προϊόν» για την τουριστική βιομηχανία.
Α. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ και ΕΣΠΑ
Η Αρχαιολογική Υπηρεσία υλοποίησε στα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης, (Β΄ και κυρίως Γ΄ ΚΠΣ) ένα τεράστιο έργο συντήρησης, προστασίας, οργάνωσης, ανάδειξης και προβολής μνημείων, χώρων και αρχαιολογικών μουσείων.
Με την επιτυχημένη μέθοδο της αυτεπιστασίας οι Εφορείες Αρχαιοτήτων ολοκλήρωσαν περίπου 300 συγχρηματοδοτούμενα έργα που διακρίνονται για την υψηλή ποιότητά και τον υποδειγματικό τρόπο εκτέλεσής τους, τα οποία προσέφεραν απασχόληση σε πολλούς εργαζόμενους σε ολόκληρη την επικράτεια, ακόμη και σε περιοχές απομακρυσμένες, παραμεθόριες και δυσπρόσιτες.
Έτσι δημιουργήθηκαν σημεία έλξης και ενδιαφέροντος με μικρότερη ή μεγαλύτερη εμβέλεια που, αν προβληθούν συστηματικά μέσα από τις δυνατότητες που δίνει η διεύρυνση του ΥΠΠΟ με τις υπηρεσίες του Τουρισμού και των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά στην αειφόρο ανάπτυξη των περιοχών αυτών.
Η εμπειρία έδειξε ότι η επιστημονική προσέγγιση και η χρηστή διαχείριση, αλλά και η ευελιξία που διασφαλίζει η μέθοδος της αυτεπιστασίας, οδήγησαν στην καλύτερη δυνατή διεκπεραίωση των έργων και στην έγκαιρη και αποτελεσματική απορρόφηση των κοινοτικών πόρων. Αυτό διαπιστώθηκε συχνά στους ελέγχους των αρμόδιων Διαχειριστικών Αρχών και βέβαια δεν είναι τυχαίο ότι έργα των Υπηρεσιών μας επελέγησαν ως Καλές Πρακτικές από τρίτους φορείς.
Δυστυχώς, παρά τις άριστες επιδόσεις του ΥΠΠΟ στο Γ΄ ΚΠΣ, η απουσία σχεδιασμού και συγκροτημένης πολιτικής από την απελθούσα ηγεσία του ΥΠΠΟ οδήγησε στην απώλεια τομεακού προγράμματος Πολιτισμού στο ΕΣΠΑ. Επίσης απεμπολήθηκε η δυνατότητα εκχώρησης στο ΥΠΠΟ των πόρων για τον τομέα του πολιτισμού από τα Περιφερειακά Προγράμματα (ΠΕΠ) και την Ψηφιακή Σύγκλιση, ενώ καρκινοβατεί η διαδικασία εκχώρησης από τα τομεακά προγράμματα (ΕΠΑΝ, Παιδεία και Δια βίου Μάθηση κ.ά.).
Επειδή αυτή η εξέλιξη είναι άκρως αρνητική για την προστασία και την ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς, θεωρούμε κατεπείγουσες και απολύτως επιβεβλημένες τις ακόλουθες ενέργειες:
- Την επιδίωξη εξασφάλισης τομεακού προγράμματος για τον Πολιτισμό, σε περίπτωση νέας διαπραγμάτευσης για την Δ΄ Προγραμματική Περίοδο.
- Την άμεση κατοχύρωση με επίσημη γραπτή νομική δέσμευση του ύψους των πιστώσεων του ΕΣΠΑ που προορίζονται για προγράμματα (ΠΕΠ, Τομεακά άλλων υπουργείων) τα οποία αφορούν στην πολιτιστική κληρονομιά. Τα αντίστοιχα έργα θα πρέπει να τα υλοποιήσει η Αρχαιολογική Υπηρεσία, η μόνη αρμόδια κατά το Νόμο για την επέμβαση επί μνημείων και αρχαιολογικών χώρων και σε καμία περίπτωση τρίτοι όπως ΟΤΑ, Ιερές Μονές, Εκκλησία της Ελλάδος.
- Την επιδίωξη της εκχώρησης της διαχείρισης όλων των πιστώσεων που θα διατεθούν για τον τομέα του Πολιτισμού από τα άλλα Επιχειρησιακά Προγράμματα του ΕΣΠΑ στην Διαχειριστική Αρχή του ΥΠΠΟΤ («Ειδική Υπηρεσία Τομέα Πολιτισμού»-ΕΥΤΟΠ). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (J. Poncet) έχει συχνά εκφράσει την επιδίωξή της να υπάρχει μόνον ένας συνομιλητής για τον τομέα του Πολιτισμού και αυτός να είναι το αρμόδιο Υπουργείο και όχι οι κατά περίπτωση τοπικοί άρχοντες (Περιφερειάρχες, Νομάρχες, Δήμαρχοι) ή οι γενικοί γραμματείς άλλων Υπουργείων.
- Εδώ επισημαίνεται ότι στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας υπάρχει το ιδιαίτερα σοβαρό θέμα του Αγίου Όρους, το οποίο είναι ολόκληρο κηρυγμένο μνημείο και έχει ενταχθεί το 1988 από την UNESCO στον κατάλογο της Παγκόσμιας Κληρονομιάς ως μεικτό, πολιτιστικό και φυσικό αγαθό. Ο σχεδιασμός, η έγκριση και η εκτέλεση έργων στην περιοχή του Άθω θα πρέπει οπωσδήποτε να αποτελέσει θέμα κοινής αντιμετώπισης με το Υπουργείο Πολιτισμού.
- Οι προτάσεις για τα έργα επί μνημείων (θα σας αποσταλούν τα σχετικά έγγραφά μας), θα πρέπει να έχουν προκύψει ύστερα από συσκέψεις των Υπηρεσιών μας με την Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς και την Διαχειριστική Αρχή, μερικές από τις οποίες έχουν ήδη πραγματοποιηθεί και αφού αξιολογηθούν και ιεραρχηθούν με αυστηρά και αντικειμενικά κριτήρια (ωριμότητα έργου, γεωγραφική και χρονική διασπορά των μνημείων, κατάσταση διατήρησης μνημείου, επισκεψιμότητα, κλπ.), εν συνεχεία να κατατεθούν δια της Διαχειριστικής Αρχής του ΥΠΠΟΤ (ΕΥΤΟΠ).
- Οι μελέτες ωρίμανσης για τα έργα του ΕΣΠΑ που εκπονήθηκαν στο πλαίσιο του Γ΄ ΚΠΣ από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, δημιουργούν ένα σημαντικό απόθεμα και συνιστούν μια «δεξαμενή έργων» σε μνημεία, χώρους και μουσεία στα οποία θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα. Δυστυχώς, η απελθούσα πολιτική ηγεσία μη προχωρώντας την έγκριση των μελετών αυτών από τα αρμόδια συμβούλια, υπονόμευσε δραματικά την ετοιμότητα του ΥΠΠΟΤ να αναλάβει την υλοποίηση έργων. Σημειώνεται ότι ενώ ήδη έχουν δημοσιευθεί προσκλήσεις από τα περισσότερα ΠΕΠ, ελάχιστα Τεχνικά Δελτία έχουν κατατεθεί από το ΥΠΠΟΤ με αποτέλεσμα να χάνεται πολύτιμος χρόνος και πόροι.
- Για την αποτελεσματική υλοποίηση των έργων στο ΕΣΠΑ απαιτείται βελτίωση της υλικοτεχνικής υποδομής και εξορθολογισμός της στελέχωσης των Εφορειών Αρχαιοτήτων και των μουσείων, οι οποίες μετά την πρόσφατη μετακίνηση προσωπικού για τη λειτουργία των Υπηρεσιών Τεχνικών Έργων, έχουν σοβαρότατες ελλείψεις σε εξειδικευμένο προσωπικό (κυρίως μηχανικούς και λογιστές).
- Για την σύννομη λειτουργία των εργοταξίων και την προστασία του προσωπικού είναι απαραίτητο να γίνει κεντρικά από την Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς πρόσληψη μηχανικών ασφαλείας και γιατρών εργασίας που θα αναλάβουν την ευθύνη της επίβλεψης των εργοταξίων όλων των εφορειών και των λοιπών περιφερειακών διευθύνσεων που εκτελούν έργα του ΕΣΠΑ.
- Με δεδομένο ότι προβλέπεται δημιουργία εργοκεντρικών δομών από υπαλλήλους που θα αναλαμβάνουν την ευθύνη της υλοποίησης των έργων αυτεπιστασίας, γεγονός που συνεπάγεται μείζονα επιβάρυνση των καθηκόντων τους, θα πρέπει να προβλεφθεί η χορήγηση στους μόνιμους και με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου υπαλλήλους του ΥΠΠΟΤ που αναλαμβάνουν την υλοποίηση έργων του ΕΣΠΑ ειδικού επιδόματος που, όπως άλλωστε προβλέπεται από την σχετική ΥΠΑΣΥΔ, μπορεί να καταβάλλεται από τον προϋπολογισμό του έργου.
- Εκκρεμεί η άμεση πρόσληψη Τεχνικού Συμβούλου Υποστήριξης τόσο για το κλείσιμο των έργων Γ ΚΠΣ όσο και για την εκκίνηση του ΕΣΠΑ.
· Οργάνωση ημερίδας
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων θέλοντας να συμβάλει στην διαμόρφωση ενός αντικειμενικού πλαισίου για τα έργα που θα εντάσσονται στην νέα Προγραμματική Περίοδο, έχει την πρόθεση να διοργανώσει σχετική ημερίδα, στην οποία θα αναπτυχθεί τόσο ο θεωρητικός προβληματισμός όσο και πρακτικές προτάσεις. Στην εκδήλωση αυτή, στην οποία θα επιδιωχθεί συνεργασία με την Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και τις εμπλεκόμενες Υπηρεσίες του ΥΠΠΟΤ, θα ήταν τιμή μας να παραβρεθείτε.
· Νομοθετικές ρυθμίσεις που θεωρούνται επιτακτικές εν όψει της έναρξης των έργων του ΕΣΠΑ
Εν όψει της αναδιοργάνωσης των υπουργείων και των αρμοδιοτήτων τους (ΠΔ 185/2009), οι αρμοδιότητες που ασκούσαν τα υπουργεία Μακεδονίας - Θράκης και Αιγαίου και αφορούσαν στην πολιτιστική κληρονομιά (ιδίως το Κέντρο Διατήρησης Αγιορειτικής Κληρονομιάς - ΚΕΔΑΚ) πρέπει να μεταφερθούν στο Υπουργείο Πολιτισμού, όπως επιτάσσει το άρθρο 24 του Συντάγματος, ώστε να λήξουν τα προβλήματα αλληλοεπικαλύψεων αρμοδιοτήτων και η διασπορά πόρων και ανθρώπινου δυναμικού (θα σας αποσταλεί σχετικό υπόμνημα). Η απορρόφηση τεράστιων πιστώσεων στο Άγιον Όρος έγινε χωρίς τον θεσμοθετημένο έλεγχο από το ΥΠΠΟΤ, με αποτέλεσμα η ποιότητα των επεμβάσεων σε μνημεία εγγεγραμμένα στον κατάλογο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO να μην είναι ελέγξιμη. Αντίστοιχη ρύθμιση θα πρέπει να προβλεφθεί για τις αρμοδιότητες στην πολιτιστική κληρονομιά που ασκούσε παράτυπα το Υπουργείο Αιγαίου.
· Είναι αναγκαία η ανάκληση της διάταξης του κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων του 2006 (άρθρο 75, παρ. στ) 5 και 6), που δίνει η δυνατότητα στους Δήμους να παρεμβαίνουν σε θέματα προστασίας των μνημείων, κατά παράβαση της ρητής Συνταγματικής επιταγής (Άρθρο 24), σύμφωνα με την οποία η προστασία αποτελεί υποχρέωση του κράτους και ασκείται κατά συνέπεια από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΠΠΟΤ. ( θα σας αποσταλεί σχετική διάταξη νόμου).
· Αντίστοιχα, θα πρέπει να διευκρινιστεί νομοθετικά ότι η διάταξη (άρθρο 6 του Ν 3513/2006) που επιτρέπει να υλοποιεί πολιτιστικά έργα η Εκκλησία, δεν αφορά σε έργα προστασίας και ανάδειξης της αρχαιολογικής μας κληρονομιάς.
· Ο αμφιλεγόμενος νόμος Σουφλιά περί αναθέσεως μελετών, κατάργησε την δυνατότητα ανάθεσης εξειδικευμένης τεχνικής μελέτης, στο πλαίσιο των μελετών που εκπονεί η ίδια η Αρχαιολογική Υπηρεσία με τη μέθοδο της αυτεπιστασίας (π.χ. στατική ανάλυση μνημείου ή στεγάστρου, γεωλογική μελέτη, η/μ μελέτη, μελέτη φωτισμού, μελέτη ακουστικής, μελέτη μικροκλίματος προθήκης μουσείου, γεωδιασκοπήσεις κ.α.). Έτσι, στο κρίσιμο αυτό στάδιο για την προώθηση των έργων, αρκετοί από τους φορείς του ΥΠΠΟΤ και κυρίως οι περιφερειακές μονάδες (όλες οι εφορείες και τα μουσεία) συναντούν δυσχέρειες, εφ’ όσον δεν είναι δυνατόν να προχωρήσουν στις αναθέσεις των ενδεδειγμένων εξειδικευμένων τεχνικών μελετών, οι οποίες απαιτούν ειδικότητες επιστημονικού προσωπικού (γεωλόγους, στατικούς, μηχανικούς πληροφορικής, ηλεκτρομηχανολόγους κ.λ.π.) που δεν προβλέπονται στον οργανισμό του ΥΠΠΟΤ. Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων ευθύς εξ αρχής αντιτάχθηκε στον αμφιλεγόμενο αυτόν νόμο και επί τέσσερα χρόνια επιμένει στην αλλαγή του, έχοντας μάλιστα προτείνει και σχετική τροπολογία την οποία επισυνάπτουμε. Ωστόσο το αίτημά μας προσέκρουσε επανειλημμένα στην επίμονη άρνηση της απελθούσας κυβέρνησης να στηρίξει τα έργα αυτεπιστασίας, λειτουργώντας ουσιαστικά προς όφελος των εργοληπτικών εταιριών.
Β. Η ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ: ΒΑΣΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ
Β.1 ΘΕΣΜΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ – ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ
· Σύμφωνα με τον Νόμο 3028/2002 για την προστασία των Αρχαιοτήτων, η κήρυξη ενός μνημείου ή ενός αρχαιολογικού χώρου αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της προστασίας του. Δυστυχώς όμως, από το 2004 η θεμελιώδης αυτή διαδικασία έχει καταργηθεί στην πράξη, εφ’ όσον με πρωτοβουλία της πολιτικής ηγεσίας, οι προτάσεις κηρύξεων που υποβάλλονται από τις αρμόδιες εφορείες σωρεύονται στα συρτάρια των Διευθύνσεων (ΔΙΠΚΑ και ΔΒΜΜ) της Κεντρικής Υπηρεσίας χωρίς να προωθούνται στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο για τις απαραίτητες γνωμοδοτήσεις, ώστε να καταστεί δυνατή η θεσμοθέτησή τους. Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων απαιτεί να σταματήσει αμέσως αυτή η απαράδεκτη τακτική που έχει ανυπολόγιστες συνέπειες για την προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και να προχωρήσει με εντατικούς ρυθμούς η διαδικασία των κηρύξεων και της θεσμοθέτησης ζωνών προστασίας.
· Μολονότι ο σχετικά νέος (ΠΔ 191/2003) οργανισμός του ΥΠΠΟΤ δεν έχει ακόμη εφαρμοσθεί πλήρως, διαπιστώνεται καθημερινά στην πράξη ότι παρουσιάζει δυσλειτουργίες. Η κύρια αιτία είναι ότι η ενεργοποίηση των νέων μονάδων έγινε το 2006 χωρίς να προβλεφθεί το αντίστοιχο προσωπικό, οι αναγκαίες υποδομές και στοιχειώδεις πόροι. Διαπιστώθηκε επίσης ότι η έκταση ορισμένων εφορειών είναι μεγάλη και χρειάζεται περαιτέρω ενίσχυση της περιφερειακής, αποκεντρωμένης δομής της Υπηρεσίας. Ακόμη, έχει καταστεί σαφές ότι ορισμένοι κορυφαίοι σε σημασία αλλά και επισκεψιμότητα χώροι, με πλήθος προσωπικού και μεγάλες ανάγκες διαχείρισης και προβολής, όπως π.χ. Ολυμπία, Μυστράς κλπ., είναι καλό να ενισχυθούν με την θεσμοθέτηση ειδικών περιφερειακών μονάδων που ως μοναδικό αντικείμενο θα έχουν την προστασία του οικείου αρχαιολογικού χώρου και την εύρυθμη λειτουργία, ανάδειξη και ανάπτυξη του μνημειακού συνόλου που περιλαμβάνει τον κηρυγμένο αρχαιολογικό χώρο και το μουσείο του.
· Η παρουσία του ΥΠΠΟΤ στο εξωτερικό είναι δυστυχώς υποβαθμισμένη. Εκκρεμεί από πολλά χρόνια η θεσμοθέτηση Ελληνικών Αρχαιολογικών Ινστιτούτων σε περιοχές όπου αναπτύχθηκε ο ελληνικός πολιτισμός, από την Μέση Ανατολή μέχρι την Ιταλία. Παράλληλα, είναι αναγκαία η επαναφορά του Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών της Βενετίας στην αρμοδιότητα του ΥΠΠΟΤ από το ΥΠΕΞ.
Β2. ΜΕΙΖΟΝΕΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΕΚΚΡΕΜΟΤΗΤΕΣ - ΧΡΗΣΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ
Τα κρούσματα αυθαιρεσίας και κακοδιοίκησης στην Αρχαιολογική Υπηρεσία αυξήθηκαν αλματωδώς τα τελευταία χρόνια και είναι επιτακτική η αποκατάσταση της τάξης και της νομιμότητας. Δικαστικές αποφάσεις για τις τοποθετήσεις προϊσταμένων δεν εφαρμόζονται και στελέχη του ΥΠΠΟΤ υφίστανται τις συνέπειες, προϊστάμενοι ή αναπληρωτές τους αντικαθίστανται χωρίς αιτιολογία επειδή δεν είναι αρεστοί, αυθαίρετες παρεμβάσεις στο έργο των Εφορειών από ορισμένες Υπηρεσίες Νεωτέρων Μνημείων (Κρήτη) εκθέτουν το ΥΠΠΟΤ και ταλαιπωρούν τον πολίτη. Η κομματική ταυτότητα ως κριτήριο επιλογής σε θέσεις ευθύνης που δυστυχώς παρεισέφρησε τα τελευταία χρόνια και στην Αρχαιολογική Υπηρεσία είμαστε βέβαιοι ότι δεν θα βρει μιμητές στην νέα πολιτική ηγεσία, όπως άλλωστε προγραμματικά το δήλωσε και ο ίδιος ο έλληνας πρωθυπουργός κ. Γ. Παπανδρέου. Κάθε απόκλιση από την αξιοκρατική λειτουργία είναι απαράδεκτη. Είναι πλέον καιρός να επιστρέψουμε στον 21ο αιώνα.
· Οι περιφερειακές διευθύνσεις της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας του ΥΠΠΟΤ, Εφορείες, Μουσεία κλπ., δεν έχουν οργανωθεί πλήρως αφού τα τμήματα που προβλέπονται είτε δεν έχουν συσταθεί, είτε δεν έχουν ενεργοποιηθεί με την σχετική εξουσιοδοτική απόφαση.
· Η επιλογή προϊσταμένων διευθύνσεων εκκρεμεί από τον Απρίλιο του 2009 με αποτέλεσμα να έχει λήξει η θητεία των υπηρετούντων. Ο ΣΕΑ συμφωνεί με την προγραμματική δέσμευση της νέας κυβέρνησης να καταργήσει την συνέντευξη στις κρίσεις της υπαλληλικής ιεραρχίας. Κάθε κριτήριο που θα επιτρέπει κομματική ή προσωπική εύνοια θα πρέπει να αποκλειστεί από την διαδικασία.
· Εκκρεμεί ακόμη η κρίση του Γενικού Διευθυντή Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής κληρονομιάς από το τέλος του 2008, κενό που ευτυχώς καλύπτει απολύτως η εκ του νόμου ορισθείσα αναπληρώτρια. Η ανακοίνωση της κυβέρνησης ότι η επιλογή θα γίνεται μέσω του ΑΣΕΠ και όχι από το κομματικά ελεγχόμενο έως σήμερα ειδικό υπηρεσιακό συμβούλιο του ΥΠΕΣ, είναι προς την σωστή κατεύθυνση. Αναμένεται η εξειδίκευση της νέας διαδικασίας.
· Η προβληματική και παράτυπη σύνθεση των Τοπικών Συμβουλίων Μνημείων, δηλαδή των συλλογικών οργάνων της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας στην Περιφέρεια, που έγινε το 2008 δυσχεραίνει την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία τους προσθέτοντας νέα προβλήματα στην ήδη δυσκίνητη Διοίκηση του ΥΠΠΟΤ (θα σας αποσταλεί και το σχετικό μας έγγραφο). Στα Συμβούλια έχουν τοποθετηθεί επιλεκτικά προϊστάμενοι εφορειών αρχαιοτήτων που βρίσκονται σε πολύ μεγάλη απόσταση από την Υπηρεσία τους καθώς και εξωϋπηρεσιακοί παράγοντες με τυπικό κώλυμα συμμετοχής. Σε εποχή έλλειψης προσωπικού και υποστελέχωσης, η μεγάλη απώλεια εργατοωρών και η τεράστια αύξηση των οδοιπορικών εξόδων είναι περιττή πολυτέλεια. Η ορθολογική ανασύνθεση των Τοπικών Συμβουλίων με την συμμετοχή των αρχαιολόγων προϊσταμένων σε εκείνα των Περιφερειών τους και η εξαίρεση όσων δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του νόμου είναι κατεπείγουσα και επιβεβλημένη.
Β3. ΣΤΕΛΕΧΩΣΗ-ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
· Απολύτως κρίσιμο ζήτημα για το ΥΠΠΟΤ είναι η πλήρης απουσία προγραμματισμού για την στελέχωση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας με αρχαιολόγους και γενικότερα μόνιμο προσωπικό όλων των ειδικοτήτων, που θα προσλαμβάνεται με αξιοκρατικές διαδικασίες. Σήμερα, οι πάγιες και διαρκείς ανάγκες καλύπτονται από συμβασιούχους, εργαζόμενους με προσωρινά (ασφαλιστικά) μέτρα αλλά και από εκείνους των προγραμμάτων stage.
Θα πρέπει να ολοκληρωθούν άμεσα οι διαδικασίες για την πλήρωση των 400 εγκεκριμένων θέσεων μόνιμου προσωπικού, εκ των οποίων οι 30 αρχαιολόγοι, για τους οποίους εκκρεμεί η έκδοση αποτελεσμάτων από το ΑΣΕΠ. Ακόμη, ζητούμε να προωθηθεί τάχιστα η διαδικασία πρόσληψης των επόμενων 350 (εκ των οποίων 35 αρχαιολόγοι) που έχουν εγκριθεί για το 2009 (πρόσφατα δημοσιοποιήθηκε η προκήρυξη από το ΑΣΕΠ). Απόλυτη προτεραιότητα της νέας ηγεσίας είναι κατά την γνώμη μας η εφαρμογή της προγραμματικής εξαγγελίας της νέας κυβέρνησης για ετήσια, δηλαδή τακτή, διαδικασία πρόσληψης προσωπικού όλων των ειδικοτήτων με αξιοκρατικές διαδικασίες χωρίς εξαιρέσεις καθώς και η πλήρωση των κενών ιδιαίτερα στις μονάδες της περιφέρειας.
· Το λεγόμενο «Διάταγμα Παυλόπουλου» (ΠΔ 164/2004) προκαλεί τεράστια προβλήματα στην Αρχαιολογική Υπηρεσία. Με δεδομένο το γεγονός ότι το αρχαιολογικό έργο είναι εξειδικευμένο και απαιτεί ειδική εμπειρία, η προσφορά των έμπειρων εργαζομένων είναι εξαιρετικά πολύτιμη, και σε ορισμένες, απολύτως απαραίτητες, κατηγορίες (λιθοξόοι, μαρμαρογλύπτες, τεχνίτες αναστήλωσης, ειδικευμένοι τεχνίτες ανασκαφής κ.ο.κ) πάρα πολύ δυσεύρετη. Ο περιορισμός της απασχόλησης των συμβασιούχων υπαλλήλων μέχρι 24 μήνες, σε συνδυασμό με την πλήρη απουσία προσλήψεων μονίμων, οδηγεί στην οριστική απώλεια αυτού του απαραίτητου εξειδικευμένου προσωπικού. Μάλιστα, για ορισμένες κατηγορίες επιστημόνων (αρχαιολόγοι, μηχανικοί αναστηλωτές, συντηρητές αρχαιοτήτων), οι οποίοι έχουν ελάχιστες έως ανύπαρκτες δυνατότητες απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα, αυτή η ρύθμιση συνιστά κατάργηση του θεμελιώδους δικαιώματός τους στην εργασία. Αν το ΠΔ Παυλόπουλου δεν καταργηθεί, το παραπάνω προσωπικό θα πρέπει άμεσα να εξαιρεθεί από αυτό, εν όψει μάλιστα και των έργων του ΕΣΠΑ.
Τα τέσσερα τελευταία χρόνια η Αρχαιολογική Υπηρεσία βίωσε πρωτοφανείς κομματικές παρεμβάσεις στις προσλήψεις έκτακτου προσωπικού. Με την λεγόμενη «τροπολογία Βουλγαράκη» (Ν3525/2007, άρθρο 16 (ΦΕΚ 16/Α/26-1-2007) καθιερώθηκε όλες οι προσλήψεις έκτακτου προσωπικού να γίνονται μέσα από το γραφείο Υπουργού, με αυστηρά κομματικά κριτήρια. Οι διάδοχοί του στο ΥΠΠΟΤ υπηρέτησαν με ευλαβική συνέπεια την ίδια γραμμή. Είναι επίσης γνωστό ότι οι μαθητευόμενοι με τα προγράμματα stage έπρεπε υποχρεωτικά να περάσουν από την εξευτελιστική διαδικασία της υπόδειξής τους από γραφεία βουλευτών της τότε κυβερνώσας παράταξης.
Παράλληλα, η πολιτική ηγεσία χρησιμοποίησε το ΤΔΠΕΑΕ ως ανεξέλεγκτο μηχανισμό αδιαφανών προσλήψεων. Με προκηρύξεις-φαντάσματα που δεν έβλεπαν ποτέ το φως της δημοσιότητας, προσλαμβάνονταν προσωπικό σε έργα-φαντάσματα (Υδάτινες διαδρομές κλπ.) και εν συνεχεία διασπείρονταν στις Υπηρεσίες ανά την επικράτεια κατά τις ορέξεις της πολιτικής ηγεσίας!!!
Θεωρούμε αυτονόητο ότι η νέα κυβέρνηση, όπως άλλωστε έχει επανειλημμένως δεσμευθεί ο ίδιος ο πρωθυπουργός, θα καταργήσει αυθωρεί αυτές τις απαράδεκτες διαδικασίες, θα αποκαταστήσει την αξιοκρατία και θα σεβαστεί την αξιοπρέπεια όσων αναζητούν εργασία στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς. Στο εξής οι προσλήψεις των συμβασιούχων θα πρέπει να πραγματοποιούνται, όπως απαιτεί και η κείμενη νομοθεσία, απ’ ευθείας από τις κατά τόπους Εφορείες Αρχαιοτήτων και τις λοιπές Υπηρεσιακές μονάδες, με αξιοκρατικά και απολύτως αντικειμενικά κριτήρια.
· Η κάλυψη των πάγιων και διαρκών αναγκών του ΥΠΠΟΤ με συμβασιούχους είχε ως αποτέλεσμα να υπάρχουν εργαζόμενοι με υπερδεκαετή προϋπηρεσία που σήμερα είναι άνεργοι. Η οριστική κατάργηση του καθεστώτος ομηρίας των εργαζομένων μέσω πολυετών συμβάσεων με την απορρόφηση όσων εργάζονται μακροχρόνια στο ΥΠΠΟΤ και δεν τακτοποιήθηκαν με το ΠΔ 164/04 («Διάταγμα Παυλόπουλου») ή όσων το θέμα εκκρεμεί στο ΑΣΕΠ είναι πράξη κοινωνικής δικαιοσύνης.
· Με την Αριθμ. ΥΑ ΥΠΠΟ/ΔΙΟΙΚΔ/Α5/16588/20-2-08 μεταφέρθηκαν πολλοί μηχανικοί και οι οργανικές τους θέσεις από τις Εφορείες αρχαιοτήτων και τα μουσεία στις Υπηρεσίες Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων. Έτσι, οι περιφερειακές μονάδες της Γενικής Διεύθυνσης Αναστήλωσης, Μ. & Τ.Ε. στελεχώθηκαν με τεχνικό προσωπικό από τις μονάδες της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων & Π.Κ. Έγινε, δηλαδή, ανακατανομή του προσωπικού εις βάρος των μονάδων της Γ. Δ. Αρχαιοτήτων και του έργου που επιτελούν. Η στελεχιακή αφαίμαξη των Εφορειών έγινε χωρίς την συγκατάθεση των προϊσταμένων, οι οποίοι καλούνται να διεκπεραιώσουν το σύνθετο έργο των Εφορειών χωρίς τους πολύτιμους επιστημονικούς συνεργάτες τους. Σε πολλές περιπτώσεις η μετακίνηση δεν είχε την συγκατάθεση ούτε των μετακινούμενων συναδέλφων μηχανικών. Μάλιστα, οι μετακινήσεις μηχανικών μαζί με τις οργανικές τους θέσεις έγιναν χωρίς προηγουμένως να έχουν πληρωθεί οι θέσεις προϊσταμένων των Τεχνικών Τμημάτων των Εφορειών και των Μουσείων. Η ενέργεια αυτή είναι απαράδεκτη γιατί αποδυναμώνει τις Εφορείες Αρχαιοτήτων, αφού αφήνει πολλές Εφορείες χωρίς τεχνικό προσωπικό άλλα και με ελλιπές οργανόγραμμα (χωρίς Τμήμα Τεχνικών Έργων). Κατά συνέπεια, υπονομεύει –εσκεμμένα;- πλήρως το έργο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και τον επιτυχημένο θεσμό της αυτεπιστασίας. Ζητούμε την άμεση αποκατάστασης της εύρυθμης λειτουργίας των Εφορειών με την στελέχωση από μηχανικούς.
Β4. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ
Η χρηματοδότηση των Εφορειών Αρχαιοτήτων, των Διευθύνσεων και των Μουσείων, τα έξι τελευταία χρόνια κινήθηκε σε ασφυκτικά πλαίσια με αποτέλεσμα οι Υπηρεσίες να μη μπορούν να λειτουργήσουν ούτε καν στοιχειωδώς ανταποκρινόμενες στις τρέχουσες λειτουργικές υποχρεώσεις τους. Το αποτέλεσμα είναι η επιδείνωση της κατάστασης των μνημείων αλλά και των σχέσεων της Υπηρεσίας με τον πολίτη. Τα τελευταία χρόνια τα ετήσια επιχειρησιακά προγράμματα των μονάδων της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας εγκρίνονται με τερατώδεις περικοπές για να καταλήξουν τελικά να μην υλοποιούνται ούτε καν αυτά λόγω έλλειψης πιστώσεων! Η αύξηση του προϋπολογισμού του ΥΠΠΟΤ από τον Τακτικό Προϋπολογισμό και το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και κυρίως οι πόροι για την πολιτιστική κληρονομιά δεν είναι περιττή πολυτέλεια αλλά ουσιαστική επένδυση στην βιώσιμη ανάπτυξη.
· Πιστώσεις του ειδικού λογαριασμού
Ο ΣΕΑ θεωρεί ότι η κατάργηση του ειδικού λογαριασμού του ΥΠΠΟΤ ύστερα από την αποκάλυψη της αδιαφανούς και διαβλητής διαχείρισής του θα έπρεπε να συνοδεύεται από μία αναλυτική και τεκμηριωμένη πρόταση για τον τρόπο ενίσχυσης του Αρχαιολογικού Έργου, αφού όταν θεσμοθετήθηκε ο ειδικός λογαριασμός ως πιστώσεις του Λόττο, αποτέλεσε μια επιπλέον πολύτιμη πηγή χρηματοδότησης για τα μνημεία. Η μεταφορά των πιστώσεων του ειδικού λογαριασμού στον τακτικό προϋπολογισμό και στο πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων είναι ελλιπής, έχοντας ως τελικό αποτέλεσμα οι πόροι για τα μνημεία, τα μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους που θα διατεθούν φέτος να είναι ακόμη μικρότεροι από τους περσινούς, ενώ οι αντίστοιχες ανάγκες γίνονται ολοένα και μεγαλύτερες. Ζητούμε να επιστραφούν στο ΥΠΠΟΤ στο σύνολό τους οι πόροι του ΟΠΑΠ που διατίθεντο για την Αρχαιολογική Υπηρεσία και να χορηγούνται με διαφανείς διαδικασίες υπέρ της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
· Χορηγίες
Ο θεσμός της χορηγίας στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς θα μπορούσε να λειτουργεί επικουρικά προσφέροντας επί πλέον πόρους για τις τεράστιες ανάγκες που υπάρχουν. Σε καμία περίπτωση βέβαια δεν μπορεί να λειτουργήσει ως άλλοθι για την συρρίκνωση των κρατικών πιστώσεων για την προστασία των μνημείων ή και να τις υποκαταστήσει.
Οι νομοθετικές ρυθμίσεις της απελθούσας πολιτικής ηγεσίας για την διαχείριση των χορηγιών δημιούργησαν ένα εξαιρετικά συγκεντρωτικό, χρονοβόρο και εν τέλει άκρως αναποτελεσματικό σύστημα που, αποκλείοντας την δυνατότητα της επιλογής και της άμεσης σχέσης, αντί να προσελκύει, αποτρέπει πιθανές πρωτοβουλίες χορηγών για την χρηματοδότηση συγκεκριμένων μνημείων, μουσείων ή έργων. Οι νομοθετικές ρυθμίσεις θα πρέπει το ταχύτερο δυνατό να αναπροσαρμοσθούν και να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις που θα επιτρέπουν την άμεση επιχορήγηση των εφορειών και των μουσείων για συγκεκριμένες δράσεις.
Β5. Η ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ
Σωστικές ανασκαφές
Στα μεγάλα αστικά κέντρα και στις περιοχές με έντονη ανοικοδόμηση (π.χ. Αττική) οι σωστικές ανασκαφές στα οικόπεδα ιδιωτών αποτελούν ένα εξαιρετικά σοβαρό ζήτημα. Η αδυναμία πρόσληψης επαρκούς εργατοτεχνικού και επιστημονικού προσωπικού οξύνει το διαχρονικό πρόβλημα της μακροχρόνιας δέσμευσης των ιδιοκτησιών και προκαλεί μεγάλες πιέσεις και εντάσεις στις τοπικές κοινωνίες. Με αυτό το δεδομένο το κόστος της ανασκαφής μετακυλίεται στον φορολογούμενο πολίτη. Όμως η δυνατότητα αυτοχρηματοδότησης της σωστικής ανασκαφής από τους ιδιοκτήτες που διαθέτουν την οικονομική δυνατότητα δημιουργεί ανισότητα στην αντιμετώπιση των πολιτών, αλλά και μείζονα προβλήματα για την ίδια την σωστική διαδικασία και την Υπηρεσία.
Ο ΣΕΑ θεωρεί ότι η μόνη αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού είναι η επαρκής στελέχωση των εφορειών με μόνιμο εργατοτεχνικό και επιστημονικό προσωπικό, αφού προηγηθεί η συστηματική και λεπτομερής καταγραφή των αναγκών κάθε περιοχής.
Απαλλοτριώσεις
Η διαδικασία απαλλοτριώσεων ακινήτων που περιέχουν σημαντικά μνημεία αποτελεί βασικό στοιχείο της πολιτικής προστασίας της αρχαιολογικής μας κληρονομιάς. Οι εκκρεμείς απαλλοτριώσεις των ιδιοκτησιών των πολιτών που δεσμεύονται εδώ και δεκαετίες λόγω αρχαιοτήτων θα πρέπει επιτέλους να διευθετηθούν, καθώς η σημερινή κατάσταση εκθέτει την Πολιτεία, την Υπηρεσία (υπάρχουν σχετικές γνωματεύσεις από τον Συνήγορο του Πολίτη) και τελικά στρέφει τον πολίτη κατά της μνημειακής μας κληρονομιάς.
Ευαισθητοποίηση του κοινού
Ο ΣΕΑ πιστεύει ότι ο καλύτερος τρόπος για να προστατευτούν τα μνημεία και η πολιτιστική μας κληρονομιά είναι το ενδιαφέρον και η ενεργός συμμετοχή των πολιτών.
Αυτό φυσικά προϋποθέτει την γνωριμία, για την οποία είναι απαραίτητες πολλές και πολυεπίπεδες εκπαιδευτικές δράσεις που θα απευθύνονται σε ποικίλες ομάδες (τοπικές κοινωνίες, κάτοικοι μεγάλων κέντρων, επισκέπτες, παιδιά, μαθητές εκπαιδευόμενοι διάφορων βαθμίδων, ηλικιωμένοι, ΑΜΕΑ κ.ο.κ). Με επίκεντρο τους πολυάριθμους αρχαιολογικούς χώρους, τα μνημεία και τα τοπικά μουσεία που αναδείχθηκαν με τις παρεμβάσεις του Γ΄ΚΠΣ οι εφορείες αρχαιοτήτων και βέβαια τα μεγάλα δημόσια μουσεία μπορούν, εφ’ όσον στελεχωθούν και ενισχυθούν με την απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή, να αναπτύξουν πολυποίκιλες εκπαιδευτικές δραστηριότητες σε ολόκληρη τη χώρα και να συμβάλλουν στην γενικότερη ανάπτυξη της Περιφέρειας αλλά και την ένταξη των μνημείων στην καθημερινότητα του πολίτη.
Χρήση των ΜΜΕ, προβολή
Ο ΣΕΑ ανέκαθεν υποστήριζε την ανάγκη ανάπτυξης εκστρατείας προβολής για τα δημόσια μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους. Η τεράστια διαφημιστική καμπάνια για το νέο Μουσείο Ακροπόλεως που επιστράτευσε όλα τα μέσα δείχνει τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να σχεδιαστεί μια εκστρατεία για την προβολή όλων των άλλων μεγάλων Μουσείων του ΥΠΠΟΤ, αλλά και των σημαντικών αρχαιολογικών χώρων, ώστε να αυξηθούν τα έσοδα τους.
Η υπαγωγή στο υπουργείο Πολιτισμού της κρατικής τηλεόρασης και η συνένωση με το υπουργείο Τουρισμού δίνει νέες δυνατότητες στο επίπεδο αυτό που δεν θα πρέπει να μείνουν ανεκμετάλλευτες.
Β6. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΤΟΥ ΥΠΠΟΤ
Η πολυδιάσπαση των φορέων προστασίας των μνημείων όχι μόνο υπονομεύει το έργο που επιτελούν, αλλά ουσιαστικά εξυπηρετεί μόνο την ανάγκη βολέματος ημετέρων που διορίζονται σε δημόσιες θέσεις ως έπαθλο για την κατάκτηση της εξουσίας. Πάγια θέση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων είναι η υπεράσπιση της συνταγματικής επιταγής για τον δημόσιο χαρακτήρα της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, η οποία πρέπει να ασκείται από την Αρχαιολογική Υπηρεσία του ΥΠΠΟΤ. Κατά συνέπεια, διαφωνούμε επί της αρχής με την ίδρυση παντός είδους Ν.Π.Ι.Δ. και Α.Ε. όπως το Οργανισμός Μουσείου Ακροπόλεως, το ΤΔΠΕΑΕ, ο ΟΠΕΠ και η Εταιρεία Ενοποίησης Αρχαιολογικών Χώρων που γιγαντώνονται, καταλήγοντας να λειτουργούν τελικά εις βάρος των μνημείων, αλλά και του κοινωνικού συνόλου, εφ’ όσον όλοι αυτοί οι φορείς αντί να διεκπεραιώνουν με ταχύτητα το έργο, για το οποίο υποτίθεται πως δημιουργήθηκαν, αυτοτροφοδοτούνται και διαιωνίζονται, ενώ τα στελέχη και το προσωπικό τους αμείβονται, για το ίδιο ή συνήθως για μικρότερο έργο, με σκανδαλωδώς μεγαλύτερους μισθούς και επιδόματα από το υπόλοιπο προσωπικό του ΥΠΠΟΤ που συνήθως διαθέτει και πολλαπλάσια προσόντα.
Ενδεικτικό για την αναποτελεσματικότητα των θεσμών αυτών και την αποτυχία να εξυπηρετήσουν στοιχειωδώς τους στόχους για τους οποίους δημιουργήθηκαν είναι το παράδειγμα του ΟΠΕΠ, που αντί να παράγει έσοδα όπως ήταν ο ιδρυτικός του στόχος, σε μια εποχή τεράστιας οικονομικής δυσπραγίας επιχορηγείται και αναλώνει τα πολύτιμα για την διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς έσοδα των αρχαιολογικών χώρων, αλλά και επιχορηγήσεις από το ΤΑΠ για να πληρώνει το προσωπικό του!
Στην πράξη αποκαλύπτεται ότι οι οργανισμοί στις παρυφές του Δημοσίου (ΟΠΕΠ, Οργανισμός Μουσείου Ακρόπολης κλπ.) δημιουργήθηκαν ή έστω κατάντησαν να λειτουργούν για να βολεύονται οι εκάστοτε «ημέτεροι». Ενδεικτική γι' αυτό ήταν η προσπάθεια της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΠΟ το 2007 να υπαγάγει ακόμη και το διοικητικό έργο του της Διεύθυνσης Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων του ΥΠΠΟ στο ΤΔΠΕΑΕ με στόχο την απολύτως ανεξέλεγκτη πρόσληψη προσωπικού χωρίς κριτήρια. Ο ΣΕΑ προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά της σχετικής Υπουργικής Απόφασης και δικαιώθηκε πανηγυρικά.
· Ταμείο Διαχείρισης Πιστώσεων για την Εκτέλεση Αρχαιολογικών Έργων (ΤΔΠΕΑΕ)
Το ΤΔΠΕΑΕ υποτίθεται ότι θεσμοθετήθηκε για να εκτελεί με ταχύτητα σύνθετα αρχαιολογικά έργα. Σήμερα έχει μεταμορφωθεί σε ένα γραφειοκρατικό τέρας με δεκάδες έργα τα οποία θα μπορούσε να υλοποιεί η Αρχαιολογική Υπηρεσία με υποπολλαπλάσιο κόστος και σε πολύ λιγότερο χρόνο. Έχει υπολογισθεί με βάση τα στοιχεία των έργων ότι η αυξημένη γραφειοκρατία των επιτροπών του Ταμείου περίπου τριπλασιάζει τον χρόνο εκτέλεσης των εργασιών ενώ αυξάνει και το κόστος σε σύγκριση με ένα αντίστοιχο έργο που υλοποιεί μια εφορεία αρχαιοτήτων. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την τακτοποίηση των ωρομίσθιων υπαλλήλων του ΤΔΠΕΑΕ ως υπαλλήλων με σύμβαση αορίστου χρόνου στις εφορείες αρχαιοτήτων και τις λοιπές μονάδες της αρχαιολογικής Υπηρεσίας που πραγματοποιήθηκε τα τελευταία χρόνια, κάνει επιτακτικότερη από ποτέ την ανάγκη κατάργησης των περισσότερων επιτροπών του Ταμείου και την μεταφορά του έργου τους στις αντίστοιχες εφορείες.
Ενδεικτικά παραδείγματα της νοσηρής λειτουργίας του εν λόγω Ταμείου είναι οι σκανδαλώδεις προσλήψεις συμβασιούχων, που περιγράφηκαν παραπάνω αλλά και ο απροκάλυπτος διορισμός κομματικών παραγόντων, άσχετων με το αντικείμενο του έργου (λ.χ. πρόεδρος για το έργο της μουσειολογικής μελέτης του Αρχαιολογικού μουσείου Πατρών διορίστηκε ένας γεωλόγος!).
Ύστερα από τα παραπάνω, είναι σαφής η προβληματική λειτουργία αυτού του μορφώματος και η ανάγκη διαβούλευσης για την τύχη του. Εάν ο φορέας αυτός δεν καταργηθεί στο πλαίσιο του εξορθολογισμού της Δημόσιας Διοίκησης, θα μπορούσαν ίσως να μείνουν στο Ταμείο μόνον τα ελάχιστα, ιδιαίτερα πολύπλοκα έργα που περιλαμβάνουν εκτεταμένες εργολαβίες, οι οποίες με το ισχύον νομικό πλαίσιο δεν μπορούν να ανατεθούν από τις εφορείες. Προκειμένου να αποφευχθεί εκ νέου γιγάντωση του ΤΔΠΕΑΕ είναι απολύτως απαραίτητα να τεθούν αυστηρές προδιαγραφές για τα έργα που θα εκτελεί, να τίθενται αυστηρά χρονοδιαγράμματα και κυρίως να εφαρμοστεί ένας μέγιστος κλειστός αριθμός (π.χ. 10) έργων που θα μπορεί να διαχειρίζεται συγχρόνως. Για να ενταχθεί ένα νέο θα πρέπει προηγουμένως να έχει περατωθεί κάποιο άλλο.
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΝΕΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ
Παρά την αντίδραση σύσσωμης της αντιπολίτευσης, προεξάρχοντος του ΠΑΣΟΚ, το 2008 ψηφίστηκε από την Νέα Δημοκρατία νόμος για τη μετατροπή του Μουσείου Ακροπόλεως σε Ν.Π.Δ.Δ. καθώς και μια σειρά τροπολογιών που είχαν επισυναφθεί σε αυτό (Ν. 3711, ΦΕΚ 224/Α/5-11-08).
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, ευθύς εξαρχής αντέδρασε στην παραπάνω ρύθμιση με εμπεριστατωμένη επιχειρηματολογία σχετικά με τις δυσμενέστατες συνέπειες που θα έχει για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς ο νόμος για το Μουσείο Ακροπόλεως. Με ομόφωνες αποφάσεις Γενικών Συνελεύσεων προκήρυξε απεργιακές κινητοποιήσεις και προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά του νόμου, από το οποίο εκκρεμεί και η απόφαση επί της συνταγματικότητας του ιδρυτικού του νόμου (θα σας αποσταλεί σχετικός φάκελος).
Η θεσμική αποκοπή του Νέου Μουσείου Ακροπόλεως, δηλαδή του χώρου που στεγάζει κατά κύριο λόγο τα θραύσματα των γλυπτών του Παρθενώνα, του Ερεχθείου και των υπόλοιπων μνημείων της Ακρόπολης από τον Αρχαιολογικό χώρο του Ιερού Βράχου που είναι μνημείο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς και ύψιστο σύμβολο του ελληνικού έθνους, είναι θεσμικά, ιδεολογικά και λειτουργικά απαράδεκτη, αφού, αντιμετωπίζοντας τα γλυπτά θραύσματα των αρχιτεκτονικών μνημείων που προφανώς αποτελούν μια ενιαία σύλληψη και είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τους ναούς από τους οποίους προέρχονται, σαν αυτόνομα κινητά ευρήματα, υπονομεύει ευθέως το κύριο επιχείρημά μας για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, αντίκειται στην ουσία του άρθρου 24 του Συντάγματος και στις θεμελιώδεις αρχές της επιστήμης της Αρχαιολογίας.
Στο πλαίσιο της υποχρέωσής μας απέναντι στην συνταγματική επιταγή για την προάσπιση του δημόσιου χαρακτήρα του πολιτιστικού αποθέματος αυτής της χώρας, ο ΣΕΑ ζητά την κατάργηση του νόμου για τη μετατροπή του Μουσείου Ακρόπολης σε Ν.Π.Δ.Δ. και ταυτόχρονα την ίδρυση Ειδικής Υπηρεσίας του ΥΠΠΟΤ που θα είναι αρμόδια για τον χώρο και τα μνημεία του Ιερού Βράχου καθώς και για το παλαιό και το νέο Μουσείο Ακροπόλεως και θα διασφαλίζει την ενιαία επιστημονική, διοικητική και οικονομική διαχείριση του συνόλου των κινητών και ακίνητων μνημείων της Ακρόπολης, ώστε το ύψιστο μνημείο της χώρας να παραμείνει στη μέριμνα του Δημοσίου, όπως δηλαδή προβλέπει το Σύνταγμα.
Β7. ΘΕΜΑΤΑ ΤΑΜΕΙΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ & ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΕΩΝ
· Οικονομικά ζητήματα
Έως τώρα, το ΤΑΠΑ λειτουργούσε, θεωρητικά έστω, ως μηχανισμός αναδιανομής των εσόδων των αρχαιολογικών χώρων. Δηλαδή όλα τα έσοδα από τα εισιτήρια και τα πωλητέα είδη συγκεντρώνονταν σε ένα κοινό ταμείο και αναδιανέμονταν ανάλογα με τις ανάγκες των μνημείων σε έργα και απαλλοτριώσεις. Με τον «νόμο Λιάπη» για το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης επήλθε ένα ουσιώδες πλήγμα στα οικονομικά του ΤΑΠΑ που θα αποστερείται πλέον τα έσοδα ενός από τα μεγαλύτερα μουσεία της χώρας. Επί πλέον, σύμφωνα με σχετική τροπολογία που περιλαμβάνεται στον ίδιο νόμο τα έσοδα του ΤΑΠΑ θα διατίθενται ακόμη για τους σκοπούς του Ταμείου Διαχείρισης Πιστώσεων Εκτελέσεως Αρχαιολογικών Έργων (Τ.Δ.Π.Ε.Α.Ε.), της Ενοποίησης Αρχαιολογικών Χώρων Αθηνών Α.Ε. (ΕΑΧΑ) και του Οργανισμού Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού Α.Ε. (ΟΠΕΠ) που υποτίθεται ότι δημιουργήθηκε για να φέρει έσοδα στην μητρική του εταιρεία δηλ. το ΤΑΠΑ.!
Είναι προφανές ότι με τον νόμο Λιάπη επιχειρήθηκε το αποθεματικό του ΤΑΠΑ να διανέμεται σε παραϋπηρεσίες, εργολάβους και κατασκευαστικές εταιρείες, ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν μεγάλες και συγκεκριμένες ανάγκες και εκκρεμότητες οι οποίες εντάσσονται άμεσα στους σκοπούς του, όπως οι απαλλοτριώσεις, οι αμοιβές για παράδοση αρχαίων, οι εκδόσεις και η οικονομική ενίσχυση του έργου των Εφορειών Αρχαιοτήτων.
Ο ΣΕΑ υποστηρίζει ότι αν η πολιτική ηγεσία επιθυμεί τον εξορθολογισμό των οικονομικών του ΥΠΠΟΤ, θα πρέπει να καταργηθεί η προσφάτως θεσμοθετημένη μεταφορά κονδυλίων του ΤΑΠΑ στον ΟΠΕΠ, το ΤΔΠΕΑΕ και την ΕΑΧΑ, να κλείσει ο ελλειμματικός ΟΠΕΠ Α.Ε. και να μεταφερθούν οι λειτουργίες και το προσωπικό του στο Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων.
· Διοίκηση ΤΑΠΑ
Στον ίδιο νόμο Λιάπη προβλέπεται ο διορισμός και η παύση των μελών του Δ.Σ. του ΤΑΠΑ με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, χωρίς την γνωμοδότηση του ΚΑΣ και από πρόσωπα άσχετα με τον χώρο της διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς. Είναι προφανές ότι έτσι συσκοτίζονται τα κριτήρια επιλογής των μελών, γεγονός που γεννά την υποψία ότι εν τέλει στόχος της ρύθμισης αυτής ήταν η αποδιοργάνωση των οικονομικών του ΤΑΠΑ, το οποίο έχει σταθερούς πόρους κυρίως από τα έσοδα των αρχαιολογικών χώρων και των μουσείων, και η διαρκής συρρίκνωσή του προς όφελος παραϋπηρεσιών, οι οποίες νέμονται για χρόνια τα ταμεία του ΥΠΠΟΤ παραμένοντας ελλειμματικές από την αρχή της ίδρυσής τους.
Θεωρούμε αναγκαία την θεσμοθέτηση κριτηρίων για όσους θα συμμετέχουν στο Δ.Σ. του ΤΑΠΑ και την ex officio συμπερίληψη στην σύνθεση του ανώτατων στελεχών της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, μηχανισμός της οποίας άλλωστε είναι το ΤΑΠΑ.
Εκδόσεις
Η δημοσίευση του τεράστιου αρχαιολογικού έργου που παράγουν η Αρχαιολογική Υπηρεσία του ΥΠΠΟΤ αποτελεί στοιχειώδη συμβατική υποχρέωση του κράτους απέναντι στα μνημεία, στον πολίτη, αλλά και στην διεθνή επιστημονική κοινότητα. Υπεύθυνος φορέας για το έργο αυτό είναι το ΤΑΠΑ. Ωστόσο, την τελευταία τετραετία, με ευθύνη των διορισμένων Διοικήσεών του, παρατηρήθηκε τρομακτική καθίζηση της εκδοτικής δραστηριότητας του ΤΑΠΑ, κατάσταση που θα πρέπει άμεσα να αναστραφεί. Πρέπει λοιπόν να ληφθούν μέτρα, ώστε να προχωρήσει άμεσα η έκδοση του Αρχαιολογικού Δελτίου αλλά και των λοιπών εκκρεμών εκδόσεων. Σκόπιμο θα ήταν το Αρχαιολογικό Δελτίο να εκδίδεται και ηλεκτρονικά στο Διαδίκτυο μεταφρασμένο και στα αγγλικά. Η πρωτοφανής κατάσταση των επιστημονικών και εκλαϊκευτικών εκδόσεων του ΤΑΠΑ, δηλαδή της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας είναι απολύτως ενδεικτική της αδιαφορίας και της άγνοιας της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΠΟ αλλά και της εχθρότητας με την οποία αντιμετώπισε την παιδευτική διάσταση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Ως ελάχιστη αναγνώριση της επιστημονικής προσφοράς τους αλλά και της συνεισφοράς τους στην εκδοτική δραστηριότητα, οι αρχαιολόγοι του ΥΠΠΟΤ μπορούν να λαμβάνουν δωρεάν εκδόσεις του ΤΑΠΑ. Εκκρεμεί η επέκταση του μέτρου και στους συναδέλφους με σύμβαση αορίστου χρόνου. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να ενισχυθεί η δυνατότητα ενημέρωσης των επιστημόνων της Υπηρεσίας με τα εργαλεία που προσφέρει το Διαδίκτυο, δηλαδή τις ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες (λ.χ. το Jstor), με τις οποίες θα πρέπει να διασυνδεθούν όλες οι Εφορείες και τα Μουσεία.
Β8. ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΥΣ ΜΟΝΙΜΟΥΣ ΚΑΙ ΑΟΡΙΣΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΣΥΜΒΑΣΙΟΥΧΟΥΣ ΤΟΥ ΥΠΠΟΤ.
· Θα πρέπει το ταχύτερο δυνατό να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των υπαλλήλων δύο ταχυτήτων, μόνιμων και αορίστου χρόνου, με την αναβάθμιση των δεύτερων με ένα πρόγραμμα μονιμοποίησής τους. Ο νόμος Παυλόπουλου για την ιεραρχική τους ανέλιξη δεν είναι ικανοποιητική ρύθμιση αφού δεν αποκαθιστά την ισότητα αλλά υπονομεύει την μονιμότητα που πρέπει να έχουν οι λειτουργοί που ασκούν δημόσια εξουσία.
· Θα πρέπει να επιλυθεί η εκκρεμότητα της αναγνώρισης της προϋπηρεσίας των συναδέλφων μόνιμων και αορίστου χρόνου σε εποπτευόμενους φορείς, νομικά πρόσωπα του ΥΠΠΟΤ και στα μεγάλα έργα και να προσμετράται ως χρόνος σε δημόσια υπηρεσία.
· Είναι αναγκαίο να εφαρμοστούν οι διατάξεις του δημοσιοϋπαλληλικού κώδικα, που προβλέπουν διαφανή τρόπο μεταθέσεων με κατάρτιση ετήσιου πίνακα μεταθετέων, με βάση τα μόρια της προϋπηρεσίας, της οικογενειακής κατάστασης, της παραμονής σε επαρχία/παραμεθόριο κ.λπ.
· Εκκρεμεί η διοργάνωση εισαγωγικών σεμιναρίων νομοθεσίας και διοίκησης για τους συναδέλφους αορίστου χρόνου, προκειμένου να επιτελούν με μεγαλύτερη ευχέρεια τα καθήκοντά τους.
Γ. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΑΙΤΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ
Τελευταίο στο υπόμνημα αλλά πρώτο σε προτεραιότητα θέμα που απασχολεί τα μέλη του ΣΕΑ είναι ότι επί μια επταετία οι αποδοχές των αρχαιολόγων έχουν παραμείνει καθηλωμένες έχοντας καταντήσει πλέον να είναι προσβλητικές για το έργο που επιτελούν και ενδεικτικές βέβαια για την αντιμετώπιση που επιφυλάσσει η Πολιτεία στον πολιτισμό και στους λειτουργούς του. Παρά την δυσμενή οικονομική συγκυρία, προγραμματική δέσμευση της νέας κυβέρνησης είναι η οικονομική αναβάθμιση των εργαζομένων και η αποκατάσταση των αδικιών, και η περίπτωση των αρχαιολόγων εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία, αφού τα οικονομικά τους αιτήματα και δίκαια είναι και υπερώριμα.
Πάγιο αίτημα του ΣΕΑ είναι η αύξηση των αποδοχών όχι με επιδοματικές πολιτικές, αλλά με ένα νέο μισθολόγιο αρχαιολόγων που θα ανταποκρίνεται στα προσόντα του κλάδου μας αλλά κυρίως στο σύνθετο έργο που επιτελούν για την μνημειακή κληρονομιά της Ελλάδας, που είναι ταυτόχρονα επιστημονικό-ερευνητικό και διοικητικό-διαχειριστικό.
· Η αναπροσαρμογή του επιδόματος αρχαιολογικών ερευνών, που είναι παγωμένο εδώ και επτά χρόνια, είναι βασικό οικονομικό μας αίτημα. Η κατά 170 € είναι η ελάχιστη αναπροσαρμογή για να καλύψει τις τιμαριθμικές απώλειες του επιδόματος κατά την τελευταία επταετία. Παράλληλα θα πρέπει να εξασφαλιστεί η τακτή τιμαριθμική αναπροσαρμογή του, σύμφωνα με όσα άλλωστε προβλέπει και η κείμενη νομοθεσία (παράγραφ 9 του άρθρου 80 του Ν. 3057/2002 (ΦΕΚ 239/Α/10-10-2002). Υπενθυμίζεται ακόμη, ότι για λόγους γραφειοκρατικών αγκυλώσεων δεν παρέχεται το επίδομα σε επτά μέλη του κλάδου μας (μπορούν να το λαμβάνουν οι αρχαιολόγοι, οι μουσειολόγοι, αλλά όχι οι Αρχαιολόγοι –Μουσειολόγοι!).
· Τα επιδόματα ευθύνης για τους αρχαιολόγους προϊσταμένους Τμημάτων και Διευθύνσεων, Εφορειών και Μουσείων στο ΥΠΠΟΤ, μετά μάλιστα τις σχετικές κρατήσεις, είναι απολύτως εξευτελιστικά και δεν ανταποκρίνονται ούτε κατ΄ ελάχιστο στις μεγάλες ευθύνες που αναλαμβάνουν. Είναι απολύτως απαραίτητη η ρύθμιση για τον πολλαπλασιασμό τους.
· Στο πλαίσιο της συντεχνιακής λογικής που με συνέπεια υπηρέτησε ο τέως υπουργός ΠΕΧΩΔΕ κ. Σουφλιάς, θεσμοθετήθηκε ο οκταπλασιασμός των εκτός έδρας αποζημιώσεων των συναδέλφων μηχανικών του Δημοσίου σε σχέση με τους αρχαιολόγους και τους άλλους κλάδους του ΥΠΠΟΤ. Δηλαδή σε μια κοινή αυτοψία αρχαιολόγου και μηχανικού, ο πρώτος, ο οποίος μπορεί να είναι και διευθυντής, προϊστάμενος του δεύτερου, αποζημιώνεται με 9 € και ο δεύτερος με 70€! Παρά τις διαβεβαιώσεις της απελθούσας πολιτικής ηγεσίας για την εξίσωση των εκτός έδρας αποζημιώσεων των αρχαιολόγων και των άλλων κλάδων με εκείνες των μηχανικών, η σκανδαλώδης ανισότητα που προσβάλλει όλους τους εργαζομένους του ΥΠΠΟΤ παραμένει. Απαιτείται άμεσα η έκδοση ΚΥΑ ΥΠΠΟΤ-ΥΠΟΙΟ για την αντίστοιχη αύξηση της ημερήσιας αποζημίωσης και για τους αρχαιολόγους.
Επισημαίνουμε ότι μέχρι σήμερα, οι αρχαιολόγοι μετακινούνται για τις υπηρεσιακές ανάγκες ιδία δαπάνη δανείζοντας ουσιαστικά το κράτος από τον γλίσχρο μισθό των 1200-1300 €. Λαμβάνουν δε τις αποζημιώσεις τους με πολύμηνες ή και πολύχρονες ακόμη καθυστερήσεις.
Η εξίσωση της εκτός έδρας αποζημίωσης θα πρέπει να γίνει άμεσα από την νέα κυβέρνηση και είναι το αίτημα που προτάσσει ο ΣΕΑ προς την πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟΤ.
Κύριε Υπουργέ,
Το παρόν υπόμνημα αποτελεί μία πρώτη ενημέρωση για τα ζητήματα που αφορούν τους αρχαιολόγους του ΥΠΠΟΤ αλλά και εν γένει την Αρχαιολογική Υπηρεσία. Για τα θέματα που αναλύσαμε θα σας αποσταλούν και οι σχετικοί φάκελοι ή οι προτάσεις νομοθετικών διατάξεων. Στην συνάντηση του ΔΣ του ΣΕΑ μαζί σας μπορούμε να αναλύσουμε διεξοδικότερα τα προβλήματα και να αναζητήσουμε από κοινού τις προσφορότερες λύσεις.
Με τιμή,
Για το Δ.Σ. του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων,
Ο Πρόεδρος
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΘΑΝΑΣΟΥΛΗΣ
Η Γενική Γραμματέας
ΑΛΚΗΣΤΗ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Αρ. Πρωτ.: 186
Προς
τον κ. Παύλο Γερουλάνο
Υπουργό Πολιτισμού & Τουρισμού
Κύριε Υπουργέ,
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ) σας συγχαίρει θερμά για την ανάληψη καθηκόντων ως πολιτικού προϊσταμένου του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού (ΥΠΠΟΤ) και σας καλωσορίζει προσβλέποντας σε μια γόνιμη και δημιουργική συνεργασία.
Ο ΣΕΑ, επιστημονικός σύλλογος και συγχρόνως κλαδικό συνδικαλιστικό όργανο των αρχαιολόγων που εργάζονται στο ΥΠΠΟΤ ως μόνιμοι και ως υπάλληλοι με σύμβαση αορίστου χρόνου, εκπροσωπεί την ραχοκοκαλιά της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, του κρατικού φορέα που είναι υπεύθυνος για την προστασία, την συντήρηση, την διαχείριση, την ανάδειξη και την προβολή της μνημειακής και εν γένει πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας. 1.000 επιστήμονες, αρχαιολόγοι και μουσειολόγοι, συγκροτούν τον μεγαλύτερο και αρχαιότερο επιστημονικό σωματείο του ΥΠΠΟΤ και τον μοναδικό θεσμικό φορέα αρχαιολόγων στην Ελλάδα.
Τα πρωτοφανή σε έκταση, ποσότητα, ποικιλία, αλλά και πολυπλοκότητα, έργα συντήρησης, αναστήλωσης, ανάπλασης και ανάδειξης, και οι συνυφασμένες με αυτά αρχαιολογικές έρευνες –ανασκαφικές και άλλες, οι μουσειακές εκθέσεις, τα εκπαιδευτικά προγράμματα, το πολυποίκιλο εποπτικό και εκπαιδευτικό υλικό, μαζί με τις τεράστιες ανασκαφικές έρευνες στο πλαίσιο των μεγάλων έργων που βρίσκονται σε εξέλιξη τα τελευταία είκοσι χρόνια σε ολόκληρη την χώρα κάνουν την Αρχαιολογική Υπηρεσία, πέρα από όλα τα άλλα, έναν ερευνητικό γίγαντα που δικαιωματικά κατέχει την απόλυτη πρωτοκαθεδρία στη μελέτη του κλασικού πολιτισμού στη χώρα που γεννήθηκε καθώς και του βυζαντινού στον προνομιακό χώρο ανάπτυξης του. Άλλωστε, είναι ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων είναι ο φορέας με το μεγαλύτερο ποσοστό μελών – κατόχων μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων από όλους τους κλάδους της Δημόσιας Διοίκησης.
Χάρη στην καθημερινή επαφή τους με τα ίδια τα μνημεία, αλλά και με τους πολίτες οι αρχαιολόγοι του Υπουργείου Πολιτισμού ξεπέρασαν στην πράξη τα αδιέξοδα του στείρου ακαδημαϊσμού που καθορίστηκαν από τις νεοθετικιστικές προσεγγίσεις της προηγούμενης γενιάς και αναγνωρίζουν έμπρακτα την ανάγκη της "κοινωνικοποίησης των μνημείων", ώστε αυτά όχι μόνον να προστατεύονται με τον αποτελεσματικότερο δυνατό τρόπο από τους ίδιους τους πολίτες που γνωρίζοντας τα θα τα αγαπήσουν, αλλά και να αποτελέσουν κρίσιμα στοιχεία αναβάθμισης της ποιότητας ζωής και του πολιτισμού της καθημερινότητας και συγχρόνως πολύτιμες, αναπαλλοτρίωτες και μη ανανεώσιμες πηγές αειφόρου ανάπτυξης.
Οι αρχαιολόγοι σήμερα εφαρμόζουν πρωτοπόρες πολιτικές στον τομέα της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, όχι μνημειοκεντρικές αλλά ανθρωποκεντρικές, αφού μέσω του επισκέπτη είναι που το μνημείο αποκτά την μοναδική του αξία ως φορέας συλλογικής μνήμης και ως στοιχείο ποιότητας ζωής και βιώσιμης ανάπτυξης. Η εφαρμογή ωστόσο των σύγχρονων στρατηγικών ολοκληρωμένης προστασίας της μνημειακής μας κληρονομιάς υπονομεύεται από την υποβάθμιση και απαξίωση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας τα τελευταία χρόνια με την υποστελέχωση, την έλλειψη πόρων και τις μικροπολιτικές παρεμβάσεις των πολιτικών ηγεσιών.
Δυστυχώς, υπουργοί με πρόδηλη αδυναμία να συλλάβουν την πολυδιάστατη σημασία της πολιτιστικής κληρονομιάς στον 21ο αιώνα, προχώρησαν, εσκεμμένα ή ανεπίγνωστα, στην συνολική υποβάθμιση της ολοκληρωμένης μνημειακής προστασίας.
Κύριε Υπουργέ,
Με το υπόμνημα που ακολουθεί θέλουμε:
· να σας ενημερώσουμε για την κατάσταση που επικρατεί στην Αρχαιολογική Υπηρεσία η οποία δυστυχώς τα τελευταία χρόνια έχει περιέλθει σε μια πρωτοφανή κατάσταση διοικητικής παράλυσης και οικονομικής ασφυξίας με αποτέλεσμα σοβαρά προβλήματα τόσο στο έργο της προστασίας των μνημείων όσο και στη διεκπεραίωση των υποθέσεων των πολιτών
· να σας παρουσιάσουμε μερικές από τις προτάσεις μας για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών
· να σας εκθέσουμε τα ζητήματα που μας αφορούν ειδικότερα, τα περισσότερα από τα οποία δεν είναι απλώς αιτήματα του κλάδου μας, άλλα στοιχειώδεις ενέργειες που απαιτούνται για την εύρυθμη λειτουργία της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας
Προκαταρκτικά θέλουμε επίσης να επισημάνουμε ότι η συνένωση του Υπουργείου Πολιτισμού με εκείνο του Τουρισμού βρίσκει τους αρχαιολόγους προβληματισμένους. Η σύνδεση του πολιτισμού με την τουρισμό δείχνει να υπερτονίζει μια παράμετρο του πολιτισμού που είναι μεν βασική, αλλά όχι κυρίαρχη. Ειδικότερα, η αιτία ύπαρξης της πολιτιστικής κληρονομιάς είναι πρωτίστως ο παιδευτικός της ρόλος. Όπως άλλωστε γνωρίζετε από τις σπουδές σας στην ιστορία, τα μνημεία ως φορείς συλλογικής και ατομικής μνήμης τα μελετούμε, τα προστατεύουμε και τα αναδεικνύουμε ώστε η άυλη αξία τους, ως υλικών μαρτυριών του ανθρώπου, να επενδυθεί στην συνειδησιακή διαμόρφωση του πολίτη και στην ιστορική προοπτική της κοινωνίας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η πολιτιστική κληρονομιά αποκτά την προστιθέμενη αξία της ώστε να καταστεί ενδιαφέρουσα για τον τουρίστα, να αποτελέσει επομένως και «προϊόν» για την τουριστική βιομηχανία.
Α. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ και ΕΣΠΑ
Η Αρχαιολογική Υπηρεσία υλοποίησε στα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης, (Β΄ και κυρίως Γ΄ ΚΠΣ) ένα τεράστιο έργο συντήρησης, προστασίας, οργάνωσης, ανάδειξης και προβολής μνημείων, χώρων και αρχαιολογικών μουσείων.
Με την επιτυχημένη μέθοδο της αυτεπιστασίας οι Εφορείες Αρχαιοτήτων ολοκλήρωσαν περίπου 300 συγχρηματοδοτούμενα έργα που διακρίνονται για την υψηλή ποιότητά και τον υποδειγματικό τρόπο εκτέλεσής τους, τα οποία προσέφεραν απασχόληση σε πολλούς εργαζόμενους σε ολόκληρη την επικράτεια, ακόμη και σε περιοχές απομακρυσμένες, παραμεθόριες και δυσπρόσιτες.
Έτσι δημιουργήθηκαν σημεία έλξης και ενδιαφέροντος με μικρότερη ή μεγαλύτερη εμβέλεια που, αν προβληθούν συστηματικά μέσα από τις δυνατότητες που δίνει η διεύρυνση του ΥΠΠΟ με τις υπηρεσίες του Τουρισμού και των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά στην αειφόρο ανάπτυξη των περιοχών αυτών.
Η εμπειρία έδειξε ότι η επιστημονική προσέγγιση και η χρηστή διαχείριση, αλλά και η ευελιξία που διασφαλίζει η μέθοδος της αυτεπιστασίας, οδήγησαν στην καλύτερη δυνατή διεκπεραίωση των έργων και στην έγκαιρη και αποτελεσματική απορρόφηση των κοινοτικών πόρων. Αυτό διαπιστώθηκε συχνά στους ελέγχους των αρμόδιων Διαχειριστικών Αρχών και βέβαια δεν είναι τυχαίο ότι έργα των Υπηρεσιών μας επελέγησαν ως Καλές Πρακτικές από τρίτους φορείς.
Δυστυχώς, παρά τις άριστες επιδόσεις του ΥΠΠΟ στο Γ΄ ΚΠΣ, η απουσία σχεδιασμού και συγκροτημένης πολιτικής από την απελθούσα ηγεσία του ΥΠΠΟ οδήγησε στην απώλεια τομεακού προγράμματος Πολιτισμού στο ΕΣΠΑ. Επίσης απεμπολήθηκε η δυνατότητα εκχώρησης στο ΥΠΠΟ των πόρων για τον τομέα του πολιτισμού από τα Περιφερειακά Προγράμματα (ΠΕΠ) και την Ψηφιακή Σύγκλιση, ενώ καρκινοβατεί η διαδικασία εκχώρησης από τα τομεακά προγράμματα (ΕΠΑΝ, Παιδεία και Δια βίου Μάθηση κ.ά.).
Επειδή αυτή η εξέλιξη είναι άκρως αρνητική για την προστασία και την ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς, θεωρούμε κατεπείγουσες και απολύτως επιβεβλημένες τις ακόλουθες ενέργειες:
- Την επιδίωξη εξασφάλισης τομεακού προγράμματος για τον Πολιτισμό, σε περίπτωση νέας διαπραγμάτευσης για την Δ΄ Προγραμματική Περίοδο.
- Την άμεση κατοχύρωση με επίσημη γραπτή νομική δέσμευση του ύψους των πιστώσεων του ΕΣΠΑ που προορίζονται για προγράμματα (ΠΕΠ, Τομεακά άλλων υπουργείων) τα οποία αφορούν στην πολιτιστική κληρονομιά. Τα αντίστοιχα έργα θα πρέπει να τα υλοποιήσει η Αρχαιολογική Υπηρεσία, η μόνη αρμόδια κατά το Νόμο για την επέμβαση επί μνημείων και αρχαιολογικών χώρων και σε καμία περίπτωση τρίτοι όπως ΟΤΑ, Ιερές Μονές, Εκκλησία της Ελλάδος.
- Την επιδίωξη της εκχώρησης της διαχείρισης όλων των πιστώσεων που θα διατεθούν για τον τομέα του Πολιτισμού από τα άλλα Επιχειρησιακά Προγράμματα του ΕΣΠΑ στην Διαχειριστική Αρχή του ΥΠΠΟΤ («Ειδική Υπηρεσία Τομέα Πολιτισμού»-ΕΥΤΟΠ). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (J. Poncet) έχει συχνά εκφράσει την επιδίωξή της να υπάρχει μόνον ένας συνομιλητής για τον τομέα του Πολιτισμού και αυτός να είναι το αρμόδιο Υπουργείο και όχι οι κατά περίπτωση τοπικοί άρχοντες (Περιφερειάρχες, Νομάρχες, Δήμαρχοι) ή οι γενικοί γραμματείς άλλων Υπουργείων.
- Εδώ επισημαίνεται ότι στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας υπάρχει το ιδιαίτερα σοβαρό θέμα του Αγίου Όρους, το οποίο είναι ολόκληρο κηρυγμένο μνημείο και έχει ενταχθεί το 1988 από την UNESCO στον κατάλογο της Παγκόσμιας Κληρονομιάς ως μεικτό, πολιτιστικό και φυσικό αγαθό. Ο σχεδιασμός, η έγκριση και η εκτέλεση έργων στην περιοχή του Άθω θα πρέπει οπωσδήποτε να αποτελέσει θέμα κοινής αντιμετώπισης με το Υπουργείο Πολιτισμού.
- Οι προτάσεις για τα έργα επί μνημείων (θα σας αποσταλούν τα σχετικά έγγραφά μας), θα πρέπει να έχουν προκύψει ύστερα από συσκέψεις των Υπηρεσιών μας με την Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς και την Διαχειριστική Αρχή, μερικές από τις οποίες έχουν ήδη πραγματοποιηθεί και αφού αξιολογηθούν και ιεραρχηθούν με αυστηρά και αντικειμενικά κριτήρια (ωριμότητα έργου, γεωγραφική και χρονική διασπορά των μνημείων, κατάσταση διατήρησης μνημείου, επισκεψιμότητα, κλπ.), εν συνεχεία να κατατεθούν δια της Διαχειριστικής Αρχής του ΥΠΠΟΤ (ΕΥΤΟΠ).
- Οι μελέτες ωρίμανσης για τα έργα του ΕΣΠΑ που εκπονήθηκαν στο πλαίσιο του Γ΄ ΚΠΣ από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, δημιουργούν ένα σημαντικό απόθεμα και συνιστούν μια «δεξαμενή έργων» σε μνημεία, χώρους και μουσεία στα οποία θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα. Δυστυχώς, η απελθούσα πολιτική ηγεσία μη προχωρώντας την έγκριση των μελετών αυτών από τα αρμόδια συμβούλια, υπονόμευσε δραματικά την ετοιμότητα του ΥΠΠΟΤ να αναλάβει την υλοποίηση έργων. Σημειώνεται ότι ενώ ήδη έχουν δημοσιευθεί προσκλήσεις από τα περισσότερα ΠΕΠ, ελάχιστα Τεχνικά Δελτία έχουν κατατεθεί από το ΥΠΠΟΤ με αποτέλεσμα να χάνεται πολύτιμος χρόνος και πόροι.
- Για την αποτελεσματική υλοποίηση των έργων στο ΕΣΠΑ απαιτείται βελτίωση της υλικοτεχνικής υποδομής και εξορθολογισμός της στελέχωσης των Εφορειών Αρχαιοτήτων και των μουσείων, οι οποίες μετά την πρόσφατη μετακίνηση προσωπικού για τη λειτουργία των Υπηρεσιών Τεχνικών Έργων, έχουν σοβαρότατες ελλείψεις σε εξειδικευμένο προσωπικό (κυρίως μηχανικούς και λογιστές).
- Για την σύννομη λειτουργία των εργοταξίων και την προστασία του προσωπικού είναι απαραίτητο να γίνει κεντρικά από την Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς πρόσληψη μηχανικών ασφαλείας και γιατρών εργασίας που θα αναλάβουν την ευθύνη της επίβλεψης των εργοταξίων όλων των εφορειών και των λοιπών περιφερειακών διευθύνσεων που εκτελούν έργα του ΕΣΠΑ.
- Με δεδομένο ότι προβλέπεται δημιουργία εργοκεντρικών δομών από υπαλλήλους που θα αναλαμβάνουν την ευθύνη της υλοποίησης των έργων αυτεπιστασίας, γεγονός που συνεπάγεται μείζονα επιβάρυνση των καθηκόντων τους, θα πρέπει να προβλεφθεί η χορήγηση στους μόνιμους και με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου υπαλλήλους του ΥΠΠΟΤ που αναλαμβάνουν την υλοποίηση έργων του ΕΣΠΑ ειδικού επιδόματος που, όπως άλλωστε προβλέπεται από την σχετική ΥΠΑΣΥΔ, μπορεί να καταβάλλεται από τον προϋπολογισμό του έργου.
- Εκκρεμεί η άμεση πρόσληψη Τεχνικού Συμβούλου Υποστήριξης τόσο για το κλείσιμο των έργων Γ ΚΠΣ όσο και για την εκκίνηση του ΕΣΠΑ.
· Οργάνωση ημερίδας
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων θέλοντας να συμβάλει στην διαμόρφωση ενός αντικειμενικού πλαισίου για τα έργα που θα εντάσσονται στην νέα Προγραμματική Περίοδο, έχει την πρόθεση να διοργανώσει σχετική ημερίδα, στην οποία θα αναπτυχθεί τόσο ο θεωρητικός προβληματισμός όσο και πρακτικές προτάσεις. Στην εκδήλωση αυτή, στην οποία θα επιδιωχθεί συνεργασία με την Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και τις εμπλεκόμενες Υπηρεσίες του ΥΠΠΟΤ, θα ήταν τιμή μας να παραβρεθείτε.
· Νομοθετικές ρυθμίσεις που θεωρούνται επιτακτικές εν όψει της έναρξης των έργων του ΕΣΠΑ
Εν όψει της αναδιοργάνωσης των υπουργείων και των αρμοδιοτήτων τους (ΠΔ 185/2009), οι αρμοδιότητες που ασκούσαν τα υπουργεία Μακεδονίας - Θράκης και Αιγαίου και αφορούσαν στην πολιτιστική κληρονομιά (ιδίως το Κέντρο Διατήρησης Αγιορειτικής Κληρονομιάς - ΚΕΔΑΚ) πρέπει να μεταφερθούν στο Υπουργείο Πολιτισμού, όπως επιτάσσει το άρθρο 24 του Συντάγματος, ώστε να λήξουν τα προβλήματα αλληλοεπικαλύψεων αρμοδιοτήτων και η διασπορά πόρων και ανθρώπινου δυναμικού (θα σας αποσταλεί σχετικό υπόμνημα). Η απορρόφηση τεράστιων πιστώσεων στο Άγιον Όρος έγινε χωρίς τον θεσμοθετημένο έλεγχο από το ΥΠΠΟΤ, με αποτέλεσμα η ποιότητα των επεμβάσεων σε μνημεία εγγεγραμμένα στον κατάλογο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO να μην είναι ελέγξιμη. Αντίστοιχη ρύθμιση θα πρέπει να προβλεφθεί για τις αρμοδιότητες στην πολιτιστική κληρονομιά που ασκούσε παράτυπα το Υπουργείο Αιγαίου.
· Είναι αναγκαία η ανάκληση της διάταξης του κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων του 2006 (άρθρο 75, παρ. στ) 5 και 6), που δίνει η δυνατότητα στους Δήμους να παρεμβαίνουν σε θέματα προστασίας των μνημείων, κατά παράβαση της ρητής Συνταγματικής επιταγής (Άρθρο 24), σύμφωνα με την οποία η προστασία αποτελεί υποχρέωση του κράτους και ασκείται κατά συνέπεια από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΠΠΟΤ. ( θα σας αποσταλεί σχετική διάταξη νόμου).
· Αντίστοιχα, θα πρέπει να διευκρινιστεί νομοθετικά ότι η διάταξη (άρθρο 6 του Ν 3513/2006) που επιτρέπει να υλοποιεί πολιτιστικά έργα η Εκκλησία, δεν αφορά σε έργα προστασίας και ανάδειξης της αρχαιολογικής μας κληρονομιάς.
· Ο αμφιλεγόμενος νόμος Σουφλιά περί αναθέσεως μελετών, κατάργησε την δυνατότητα ανάθεσης εξειδικευμένης τεχνικής μελέτης, στο πλαίσιο των μελετών που εκπονεί η ίδια η Αρχαιολογική Υπηρεσία με τη μέθοδο της αυτεπιστασίας (π.χ. στατική ανάλυση μνημείου ή στεγάστρου, γεωλογική μελέτη, η/μ μελέτη, μελέτη φωτισμού, μελέτη ακουστικής, μελέτη μικροκλίματος προθήκης μουσείου, γεωδιασκοπήσεις κ.α.). Έτσι, στο κρίσιμο αυτό στάδιο για την προώθηση των έργων, αρκετοί από τους φορείς του ΥΠΠΟΤ και κυρίως οι περιφερειακές μονάδες (όλες οι εφορείες και τα μουσεία) συναντούν δυσχέρειες, εφ’ όσον δεν είναι δυνατόν να προχωρήσουν στις αναθέσεις των ενδεδειγμένων εξειδικευμένων τεχνικών μελετών, οι οποίες απαιτούν ειδικότητες επιστημονικού προσωπικού (γεωλόγους, στατικούς, μηχανικούς πληροφορικής, ηλεκτρομηχανολόγους κ.λ.π.) που δεν προβλέπονται στον οργανισμό του ΥΠΠΟΤ. Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων ευθύς εξ αρχής αντιτάχθηκε στον αμφιλεγόμενο αυτόν νόμο και επί τέσσερα χρόνια επιμένει στην αλλαγή του, έχοντας μάλιστα προτείνει και σχετική τροπολογία την οποία επισυνάπτουμε. Ωστόσο το αίτημά μας προσέκρουσε επανειλημμένα στην επίμονη άρνηση της απελθούσας κυβέρνησης να στηρίξει τα έργα αυτεπιστασίας, λειτουργώντας ουσιαστικά προς όφελος των εργοληπτικών εταιριών.
Β. Η ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ: ΒΑΣΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ
Β.1 ΘΕΣΜΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ – ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ
· Σύμφωνα με τον Νόμο 3028/2002 για την προστασία των Αρχαιοτήτων, η κήρυξη ενός μνημείου ή ενός αρχαιολογικού χώρου αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της προστασίας του. Δυστυχώς όμως, από το 2004 η θεμελιώδης αυτή διαδικασία έχει καταργηθεί στην πράξη, εφ’ όσον με πρωτοβουλία της πολιτικής ηγεσίας, οι προτάσεις κηρύξεων που υποβάλλονται από τις αρμόδιες εφορείες σωρεύονται στα συρτάρια των Διευθύνσεων (ΔΙΠΚΑ και ΔΒΜΜ) της Κεντρικής Υπηρεσίας χωρίς να προωθούνται στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο για τις απαραίτητες γνωμοδοτήσεις, ώστε να καταστεί δυνατή η θεσμοθέτησή τους. Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων απαιτεί να σταματήσει αμέσως αυτή η απαράδεκτη τακτική που έχει ανυπολόγιστες συνέπειες για την προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και να προχωρήσει με εντατικούς ρυθμούς η διαδικασία των κηρύξεων και της θεσμοθέτησης ζωνών προστασίας.
· Μολονότι ο σχετικά νέος (ΠΔ 191/2003) οργανισμός του ΥΠΠΟΤ δεν έχει ακόμη εφαρμοσθεί πλήρως, διαπιστώνεται καθημερινά στην πράξη ότι παρουσιάζει δυσλειτουργίες. Η κύρια αιτία είναι ότι η ενεργοποίηση των νέων μονάδων έγινε το 2006 χωρίς να προβλεφθεί το αντίστοιχο προσωπικό, οι αναγκαίες υποδομές και στοιχειώδεις πόροι. Διαπιστώθηκε επίσης ότι η έκταση ορισμένων εφορειών είναι μεγάλη και χρειάζεται περαιτέρω ενίσχυση της περιφερειακής, αποκεντρωμένης δομής της Υπηρεσίας. Ακόμη, έχει καταστεί σαφές ότι ορισμένοι κορυφαίοι σε σημασία αλλά και επισκεψιμότητα χώροι, με πλήθος προσωπικού και μεγάλες ανάγκες διαχείρισης και προβολής, όπως π.χ. Ολυμπία, Μυστράς κλπ., είναι καλό να ενισχυθούν με την θεσμοθέτηση ειδικών περιφερειακών μονάδων που ως μοναδικό αντικείμενο θα έχουν την προστασία του οικείου αρχαιολογικού χώρου και την εύρυθμη λειτουργία, ανάδειξη και ανάπτυξη του μνημειακού συνόλου που περιλαμβάνει τον κηρυγμένο αρχαιολογικό χώρο και το μουσείο του.
· Η παρουσία του ΥΠΠΟΤ στο εξωτερικό είναι δυστυχώς υποβαθμισμένη. Εκκρεμεί από πολλά χρόνια η θεσμοθέτηση Ελληνικών Αρχαιολογικών Ινστιτούτων σε περιοχές όπου αναπτύχθηκε ο ελληνικός πολιτισμός, από την Μέση Ανατολή μέχρι την Ιταλία. Παράλληλα, είναι αναγκαία η επαναφορά του Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών της Βενετίας στην αρμοδιότητα του ΥΠΠΟΤ από το ΥΠΕΞ.
Β2. ΜΕΙΖΟΝΕΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΕΚΚΡΕΜΟΤΗΤΕΣ - ΧΡΗΣΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ
Τα κρούσματα αυθαιρεσίας και κακοδιοίκησης στην Αρχαιολογική Υπηρεσία αυξήθηκαν αλματωδώς τα τελευταία χρόνια και είναι επιτακτική η αποκατάσταση της τάξης και της νομιμότητας. Δικαστικές αποφάσεις για τις τοποθετήσεις προϊσταμένων δεν εφαρμόζονται και στελέχη του ΥΠΠΟΤ υφίστανται τις συνέπειες, προϊστάμενοι ή αναπληρωτές τους αντικαθίστανται χωρίς αιτιολογία επειδή δεν είναι αρεστοί, αυθαίρετες παρεμβάσεις στο έργο των Εφορειών από ορισμένες Υπηρεσίες Νεωτέρων Μνημείων (Κρήτη) εκθέτουν το ΥΠΠΟΤ και ταλαιπωρούν τον πολίτη. Η κομματική ταυτότητα ως κριτήριο επιλογής σε θέσεις ευθύνης που δυστυχώς παρεισέφρησε τα τελευταία χρόνια και στην Αρχαιολογική Υπηρεσία είμαστε βέβαιοι ότι δεν θα βρει μιμητές στην νέα πολιτική ηγεσία, όπως άλλωστε προγραμματικά το δήλωσε και ο ίδιος ο έλληνας πρωθυπουργός κ. Γ. Παπανδρέου. Κάθε απόκλιση από την αξιοκρατική λειτουργία είναι απαράδεκτη. Είναι πλέον καιρός να επιστρέψουμε στον 21ο αιώνα.
· Οι περιφερειακές διευθύνσεις της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας του ΥΠΠΟΤ, Εφορείες, Μουσεία κλπ., δεν έχουν οργανωθεί πλήρως αφού τα τμήματα που προβλέπονται είτε δεν έχουν συσταθεί, είτε δεν έχουν ενεργοποιηθεί με την σχετική εξουσιοδοτική απόφαση.
· Η επιλογή προϊσταμένων διευθύνσεων εκκρεμεί από τον Απρίλιο του 2009 με αποτέλεσμα να έχει λήξει η θητεία των υπηρετούντων. Ο ΣΕΑ συμφωνεί με την προγραμματική δέσμευση της νέας κυβέρνησης να καταργήσει την συνέντευξη στις κρίσεις της υπαλληλικής ιεραρχίας. Κάθε κριτήριο που θα επιτρέπει κομματική ή προσωπική εύνοια θα πρέπει να αποκλειστεί από την διαδικασία.
· Εκκρεμεί ακόμη η κρίση του Γενικού Διευθυντή Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής κληρονομιάς από το τέλος του 2008, κενό που ευτυχώς καλύπτει απολύτως η εκ του νόμου ορισθείσα αναπληρώτρια. Η ανακοίνωση της κυβέρνησης ότι η επιλογή θα γίνεται μέσω του ΑΣΕΠ και όχι από το κομματικά ελεγχόμενο έως σήμερα ειδικό υπηρεσιακό συμβούλιο του ΥΠΕΣ, είναι προς την σωστή κατεύθυνση. Αναμένεται η εξειδίκευση της νέας διαδικασίας.
· Η προβληματική και παράτυπη σύνθεση των Τοπικών Συμβουλίων Μνημείων, δηλαδή των συλλογικών οργάνων της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας στην Περιφέρεια, που έγινε το 2008 δυσχεραίνει την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία τους προσθέτοντας νέα προβλήματα στην ήδη δυσκίνητη Διοίκηση του ΥΠΠΟΤ (θα σας αποσταλεί και το σχετικό μας έγγραφο). Στα Συμβούλια έχουν τοποθετηθεί επιλεκτικά προϊστάμενοι εφορειών αρχαιοτήτων που βρίσκονται σε πολύ μεγάλη απόσταση από την Υπηρεσία τους καθώς και εξωϋπηρεσιακοί παράγοντες με τυπικό κώλυμα συμμετοχής. Σε εποχή έλλειψης προσωπικού και υποστελέχωσης, η μεγάλη απώλεια εργατοωρών και η τεράστια αύξηση των οδοιπορικών εξόδων είναι περιττή πολυτέλεια. Η ορθολογική ανασύνθεση των Τοπικών Συμβουλίων με την συμμετοχή των αρχαιολόγων προϊσταμένων σε εκείνα των Περιφερειών τους και η εξαίρεση όσων δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του νόμου είναι κατεπείγουσα και επιβεβλημένη.
Β3. ΣΤΕΛΕΧΩΣΗ-ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
· Απολύτως κρίσιμο ζήτημα για το ΥΠΠΟΤ είναι η πλήρης απουσία προγραμματισμού για την στελέχωση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας με αρχαιολόγους και γενικότερα μόνιμο προσωπικό όλων των ειδικοτήτων, που θα προσλαμβάνεται με αξιοκρατικές διαδικασίες. Σήμερα, οι πάγιες και διαρκείς ανάγκες καλύπτονται από συμβασιούχους, εργαζόμενους με προσωρινά (ασφαλιστικά) μέτρα αλλά και από εκείνους των προγραμμάτων stage.
Θα πρέπει να ολοκληρωθούν άμεσα οι διαδικασίες για την πλήρωση των 400 εγκεκριμένων θέσεων μόνιμου προσωπικού, εκ των οποίων οι 30 αρχαιολόγοι, για τους οποίους εκκρεμεί η έκδοση αποτελεσμάτων από το ΑΣΕΠ. Ακόμη, ζητούμε να προωθηθεί τάχιστα η διαδικασία πρόσληψης των επόμενων 350 (εκ των οποίων 35 αρχαιολόγοι) που έχουν εγκριθεί για το 2009 (πρόσφατα δημοσιοποιήθηκε η προκήρυξη από το ΑΣΕΠ). Απόλυτη προτεραιότητα της νέας ηγεσίας είναι κατά την γνώμη μας η εφαρμογή της προγραμματικής εξαγγελίας της νέας κυβέρνησης για ετήσια, δηλαδή τακτή, διαδικασία πρόσληψης προσωπικού όλων των ειδικοτήτων με αξιοκρατικές διαδικασίες χωρίς εξαιρέσεις καθώς και η πλήρωση των κενών ιδιαίτερα στις μονάδες της περιφέρειας.
· Το λεγόμενο «Διάταγμα Παυλόπουλου» (ΠΔ 164/2004) προκαλεί τεράστια προβλήματα στην Αρχαιολογική Υπηρεσία. Με δεδομένο το γεγονός ότι το αρχαιολογικό έργο είναι εξειδικευμένο και απαιτεί ειδική εμπειρία, η προσφορά των έμπειρων εργαζομένων είναι εξαιρετικά πολύτιμη, και σε ορισμένες, απολύτως απαραίτητες, κατηγορίες (λιθοξόοι, μαρμαρογλύπτες, τεχνίτες αναστήλωσης, ειδικευμένοι τεχνίτες ανασκαφής κ.ο.κ) πάρα πολύ δυσεύρετη. Ο περιορισμός της απασχόλησης των συμβασιούχων υπαλλήλων μέχρι 24 μήνες, σε συνδυασμό με την πλήρη απουσία προσλήψεων μονίμων, οδηγεί στην οριστική απώλεια αυτού του απαραίτητου εξειδικευμένου προσωπικού. Μάλιστα, για ορισμένες κατηγορίες επιστημόνων (αρχαιολόγοι, μηχανικοί αναστηλωτές, συντηρητές αρχαιοτήτων), οι οποίοι έχουν ελάχιστες έως ανύπαρκτες δυνατότητες απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα, αυτή η ρύθμιση συνιστά κατάργηση του θεμελιώδους δικαιώματός τους στην εργασία. Αν το ΠΔ Παυλόπουλου δεν καταργηθεί, το παραπάνω προσωπικό θα πρέπει άμεσα να εξαιρεθεί από αυτό, εν όψει μάλιστα και των έργων του ΕΣΠΑ.
Τα τέσσερα τελευταία χρόνια η Αρχαιολογική Υπηρεσία βίωσε πρωτοφανείς κομματικές παρεμβάσεις στις προσλήψεις έκτακτου προσωπικού. Με την λεγόμενη «τροπολογία Βουλγαράκη» (Ν3525/2007, άρθρο 16 (ΦΕΚ 16/Α/26-1-2007) καθιερώθηκε όλες οι προσλήψεις έκτακτου προσωπικού να γίνονται μέσα από το γραφείο Υπουργού, με αυστηρά κομματικά κριτήρια. Οι διάδοχοί του στο ΥΠΠΟΤ υπηρέτησαν με ευλαβική συνέπεια την ίδια γραμμή. Είναι επίσης γνωστό ότι οι μαθητευόμενοι με τα προγράμματα stage έπρεπε υποχρεωτικά να περάσουν από την εξευτελιστική διαδικασία της υπόδειξής τους από γραφεία βουλευτών της τότε κυβερνώσας παράταξης.
Παράλληλα, η πολιτική ηγεσία χρησιμοποίησε το ΤΔΠΕΑΕ ως ανεξέλεγκτο μηχανισμό αδιαφανών προσλήψεων. Με προκηρύξεις-φαντάσματα που δεν έβλεπαν ποτέ το φως της δημοσιότητας, προσλαμβάνονταν προσωπικό σε έργα-φαντάσματα (Υδάτινες διαδρομές κλπ.) και εν συνεχεία διασπείρονταν στις Υπηρεσίες ανά την επικράτεια κατά τις ορέξεις της πολιτικής ηγεσίας!!!
Θεωρούμε αυτονόητο ότι η νέα κυβέρνηση, όπως άλλωστε έχει επανειλημμένως δεσμευθεί ο ίδιος ο πρωθυπουργός, θα καταργήσει αυθωρεί αυτές τις απαράδεκτες διαδικασίες, θα αποκαταστήσει την αξιοκρατία και θα σεβαστεί την αξιοπρέπεια όσων αναζητούν εργασία στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς. Στο εξής οι προσλήψεις των συμβασιούχων θα πρέπει να πραγματοποιούνται, όπως απαιτεί και η κείμενη νομοθεσία, απ’ ευθείας από τις κατά τόπους Εφορείες Αρχαιοτήτων και τις λοιπές Υπηρεσιακές μονάδες, με αξιοκρατικά και απολύτως αντικειμενικά κριτήρια.
· Η κάλυψη των πάγιων και διαρκών αναγκών του ΥΠΠΟΤ με συμβασιούχους είχε ως αποτέλεσμα να υπάρχουν εργαζόμενοι με υπερδεκαετή προϋπηρεσία που σήμερα είναι άνεργοι. Η οριστική κατάργηση του καθεστώτος ομηρίας των εργαζομένων μέσω πολυετών συμβάσεων με την απορρόφηση όσων εργάζονται μακροχρόνια στο ΥΠΠΟΤ και δεν τακτοποιήθηκαν με το ΠΔ 164/04 («Διάταγμα Παυλόπουλου») ή όσων το θέμα εκκρεμεί στο ΑΣΕΠ είναι πράξη κοινωνικής δικαιοσύνης.
· Με την Αριθμ. ΥΑ ΥΠΠΟ/ΔΙΟΙΚΔ/Α5/16588/20-2-08 μεταφέρθηκαν πολλοί μηχανικοί και οι οργανικές τους θέσεις από τις Εφορείες αρχαιοτήτων και τα μουσεία στις Υπηρεσίες Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων. Έτσι, οι περιφερειακές μονάδες της Γενικής Διεύθυνσης Αναστήλωσης, Μ. & Τ.Ε. στελεχώθηκαν με τεχνικό προσωπικό από τις μονάδες της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων & Π.Κ. Έγινε, δηλαδή, ανακατανομή του προσωπικού εις βάρος των μονάδων της Γ. Δ. Αρχαιοτήτων και του έργου που επιτελούν. Η στελεχιακή αφαίμαξη των Εφορειών έγινε χωρίς την συγκατάθεση των προϊσταμένων, οι οποίοι καλούνται να διεκπεραιώσουν το σύνθετο έργο των Εφορειών χωρίς τους πολύτιμους επιστημονικούς συνεργάτες τους. Σε πολλές περιπτώσεις η μετακίνηση δεν είχε την συγκατάθεση ούτε των μετακινούμενων συναδέλφων μηχανικών. Μάλιστα, οι μετακινήσεις μηχανικών μαζί με τις οργανικές τους θέσεις έγιναν χωρίς προηγουμένως να έχουν πληρωθεί οι θέσεις προϊσταμένων των Τεχνικών Τμημάτων των Εφορειών και των Μουσείων. Η ενέργεια αυτή είναι απαράδεκτη γιατί αποδυναμώνει τις Εφορείες Αρχαιοτήτων, αφού αφήνει πολλές Εφορείες χωρίς τεχνικό προσωπικό άλλα και με ελλιπές οργανόγραμμα (χωρίς Τμήμα Τεχνικών Έργων). Κατά συνέπεια, υπονομεύει –εσκεμμένα;- πλήρως το έργο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και τον επιτυχημένο θεσμό της αυτεπιστασίας. Ζητούμε την άμεση αποκατάστασης της εύρυθμης λειτουργίας των Εφορειών με την στελέχωση από μηχανικούς.
Β4. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ
Η χρηματοδότηση των Εφορειών Αρχαιοτήτων, των Διευθύνσεων και των Μουσείων, τα έξι τελευταία χρόνια κινήθηκε σε ασφυκτικά πλαίσια με αποτέλεσμα οι Υπηρεσίες να μη μπορούν να λειτουργήσουν ούτε καν στοιχειωδώς ανταποκρινόμενες στις τρέχουσες λειτουργικές υποχρεώσεις τους. Το αποτέλεσμα είναι η επιδείνωση της κατάστασης των μνημείων αλλά και των σχέσεων της Υπηρεσίας με τον πολίτη. Τα τελευταία χρόνια τα ετήσια επιχειρησιακά προγράμματα των μονάδων της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας εγκρίνονται με τερατώδεις περικοπές για να καταλήξουν τελικά να μην υλοποιούνται ούτε καν αυτά λόγω έλλειψης πιστώσεων! Η αύξηση του προϋπολογισμού του ΥΠΠΟΤ από τον Τακτικό Προϋπολογισμό και το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και κυρίως οι πόροι για την πολιτιστική κληρονομιά δεν είναι περιττή πολυτέλεια αλλά ουσιαστική επένδυση στην βιώσιμη ανάπτυξη.
· Πιστώσεις του ειδικού λογαριασμού
Ο ΣΕΑ θεωρεί ότι η κατάργηση του ειδικού λογαριασμού του ΥΠΠΟΤ ύστερα από την αποκάλυψη της αδιαφανούς και διαβλητής διαχείρισής του θα έπρεπε να συνοδεύεται από μία αναλυτική και τεκμηριωμένη πρόταση για τον τρόπο ενίσχυσης του Αρχαιολογικού Έργου, αφού όταν θεσμοθετήθηκε ο ειδικός λογαριασμός ως πιστώσεις του Λόττο, αποτέλεσε μια επιπλέον πολύτιμη πηγή χρηματοδότησης για τα μνημεία. Η μεταφορά των πιστώσεων του ειδικού λογαριασμού στον τακτικό προϋπολογισμό και στο πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων είναι ελλιπής, έχοντας ως τελικό αποτέλεσμα οι πόροι για τα μνημεία, τα μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους που θα διατεθούν φέτος να είναι ακόμη μικρότεροι από τους περσινούς, ενώ οι αντίστοιχες ανάγκες γίνονται ολοένα και μεγαλύτερες. Ζητούμε να επιστραφούν στο ΥΠΠΟΤ στο σύνολό τους οι πόροι του ΟΠΑΠ που διατίθεντο για την Αρχαιολογική Υπηρεσία και να χορηγούνται με διαφανείς διαδικασίες υπέρ της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
· Χορηγίες
Ο θεσμός της χορηγίας στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς θα μπορούσε να λειτουργεί επικουρικά προσφέροντας επί πλέον πόρους για τις τεράστιες ανάγκες που υπάρχουν. Σε καμία περίπτωση βέβαια δεν μπορεί να λειτουργήσει ως άλλοθι για την συρρίκνωση των κρατικών πιστώσεων για την προστασία των μνημείων ή και να τις υποκαταστήσει.
Οι νομοθετικές ρυθμίσεις της απελθούσας πολιτικής ηγεσίας για την διαχείριση των χορηγιών δημιούργησαν ένα εξαιρετικά συγκεντρωτικό, χρονοβόρο και εν τέλει άκρως αναποτελεσματικό σύστημα που, αποκλείοντας την δυνατότητα της επιλογής και της άμεσης σχέσης, αντί να προσελκύει, αποτρέπει πιθανές πρωτοβουλίες χορηγών για την χρηματοδότηση συγκεκριμένων μνημείων, μουσείων ή έργων. Οι νομοθετικές ρυθμίσεις θα πρέπει το ταχύτερο δυνατό να αναπροσαρμοσθούν και να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις που θα επιτρέπουν την άμεση επιχορήγηση των εφορειών και των μουσείων για συγκεκριμένες δράσεις.
Β5. Η ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ
Σωστικές ανασκαφές
Στα μεγάλα αστικά κέντρα και στις περιοχές με έντονη ανοικοδόμηση (π.χ. Αττική) οι σωστικές ανασκαφές στα οικόπεδα ιδιωτών αποτελούν ένα εξαιρετικά σοβαρό ζήτημα. Η αδυναμία πρόσληψης επαρκούς εργατοτεχνικού και επιστημονικού προσωπικού οξύνει το διαχρονικό πρόβλημα της μακροχρόνιας δέσμευσης των ιδιοκτησιών και προκαλεί μεγάλες πιέσεις και εντάσεις στις τοπικές κοινωνίες. Με αυτό το δεδομένο το κόστος της ανασκαφής μετακυλίεται στον φορολογούμενο πολίτη. Όμως η δυνατότητα αυτοχρηματοδότησης της σωστικής ανασκαφής από τους ιδιοκτήτες που διαθέτουν την οικονομική δυνατότητα δημιουργεί ανισότητα στην αντιμετώπιση των πολιτών, αλλά και μείζονα προβλήματα για την ίδια την σωστική διαδικασία και την Υπηρεσία.
Ο ΣΕΑ θεωρεί ότι η μόνη αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού είναι η επαρκής στελέχωση των εφορειών με μόνιμο εργατοτεχνικό και επιστημονικό προσωπικό, αφού προηγηθεί η συστηματική και λεπτομερής καταγραφή των αναγκών κάθε περιοχής.
Απαλλοτριώσεις
Η διαδικασία απαλλοτριώσεων ακινήτων που περιέχουν σημαντικά μνημεία αποτελεί βασικό στοιχείο της πολιτικής προστασίας της αρχαιολογικής μας κληρονομιάς. Οι εκκρεμείς απαλλοτριώσεις των ιδιοκτησιών των πολιτών που δεσμεύονται εδώ και δεκαετίες λόγω αρχαιοτήτων θα πρέπει επιτέλους να διευθετηθούν, καθώς η σημερινή κατάσταση εκθέτει την Πολιτεία, την Υπηρεσία (υπάρχουν σχετικές γνωματεύσεις από τον Συνήγορο του Πολίτη) και τελικά στρέφει τον πολίτη κατά της μνημειακής μας κληρονομιάς.
Ευαισθητοποίηση του κοινού
Ο ΣΕΑ πιστεύει ότι ο καλύτερος τρόπος για να προστατευτούν τα μνημεία και η πολιτιστική μας κληρονομιά είναι το ενδιαφέρον και η ενεργός συμμετοχή των πολιτών.
Αυτό φυσικά προϋποθέτει την γνωριμία, για την οποία είναι απαραίτητες πολλές και πολυεπίπεδες εκπαιδευτικές δράσεις που θα απευθύνονται σε ποικίλες ομάδες (τοπικές κοινωνίες, κάτοικοι μεγάλων κέντρων, επισκέπτες, παιδιά, μαθητές εκπαιδευόμενοι διάφορων βαθμίδων, ηλικιωμένοι, ΑΜΕΑ κ.ο.κ). Με επίκεντρο τους πολυάριθμους αρχαιολογικούς χώρους, τα μνημεία και τα τοπικά μουσεία που αναδείχθηκαν με τις παρεμβάσεις του Γ΄ΚΠΣ οι εφορείες αρχαιοτήτων και βέβαια τα μεγάλα δημόσια μουσεία μπορούν, εφ’ όσον στελεχωθούν και ενισχυθούν με την απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή, να αναπτύξουν πολυποίκιλες εκπαιδευτικές δραστηριότητες σε ολόκληρη τη χώρα και να συμβάλλουν στην γενικότερη ανάπτυξη της Περιφέρειας αλλά και την ένταξη των μνημείων στην καθημερινότητα του πολίτη.
Χρήση των ΜΜΕ, προβολή
Ο ΣΕΑ ανέκαθεν υποστήριζε την ανάγκη ανάπτυξης εκστρατείας προβολής για τα δημόσια μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους. Η τεράστια διαφημιστική καμπάνια για το νέο Μουσείο Ακροπόλεως που επιστράτευσε όλα τα μέσα δείχνει τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να σχεδιαστεί μια εκστρατεία για την προβολή όλων των άλλων μεγάλων Μουσείων του ΥΠΠΟΤ, αλλά και των σημαντικών αρχαιολογικών χώρων, ώστε να αυξηθούν τα έσοδα τους.
Η υπαγωγή στο υπουργείο Πολιτισμού της κρατικής τηλεόρασης και η συνένωση με το υπουργείο Τουρισμού δίνει νέες δυνατότητες στο επίπεδο αυτό που δεν θα πρέπει να μείνουν ανεκμετάλλευτες.
Β6. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΤΟΥ ΥΠΠΟΤ
Η πολυδιάσπαση των φορέων προστασίας των μνημείων όχι μόνο υπονομεύει το έργο που επιτελούν, αλλά ουσιαστικά εξυπηρετεί μόνο την ανάγκη βολέματος ημετέρων που διορίζονται σε δημόσιες θέσεις ως έπαθλο για την κατάκτηση της εξουσίας. Πάγια θέση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων είναι η υπεράσπιση της συνταγματικής επιταγής για τον δημόσιο χαρακτήρα της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, η οποία πρέπει να ασκείται από την Αρχαιολογική Υπηρεσία του ΥΠΠΟΤ. Κατά συνέπεια, διαφωνούμε επί της αρχής με την ίδρυση παντός είδους Ν.Π.Ι.Δ. και Α.Ε. όπως το Οργανισμός Μουσείου Ακροπόλεως, το ΤΔΠΕΑΕ, ο ΟΠΕΠ και η Εταιρεία Ενοποίησης Αρχαιολογικών Χώρων που γιγαντώνονται, καταλήγοντας να λειτουργούν τελικά εις βάρος των μνημείων, αλλά και του κοινωνικού συνόλου, εφ’ όσον όλοι αυτοί οι φορείς αντί να διεκπεραιώνουν με ταχύτητα το έργο, για το οποίο υποτίθεται πως δημιουργήθηκαν, αυτοτροφοδοτούνται και διαιωνίζονται, ενώ τα στελέχη και το προσωπικό τους αμείβονται, για το ίδιο ή συνήθως για μικρότερο έργο, με σκανδαλωδώς μεγαλύτερους μισθούς και επιδόματα από το υπόλοιπο προσωπικό του ΥΠΠΟΤ που συνήθως διαθέτει και πολλαπλάσια προσόντα.
Ενδεικτικό για την αναποτελεσματικότητα των θεσμών αυτών και την αποτυχία να εξυπηρετήσουν στοιχειωδώς τους στόχους για τους οποίους δημιουργήθηκαν είναι το παράδειγμα του ΟΠΕΠ, που αντί να παράγει έσοδα όπως ήταν ο ιδρυτικός του στόχος, σε μια εποχή τεράστιας οικονομικής δυσπραγίας επιχορηγείται και αναλώνει τα πολύτιμα για την διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς έσοδα των αρχαιολογικών χώρων, αλλά και επιχορηγήσεις από το ΤΑΠ για να πληρώνει το προσωπικό του!
Στην πράξη αποκαλύπτεται ότι οι οργανισμοί στις παρυφές του Δημοσίου (ΟΠΕΠ, Οργανισμός Μουσείου Ακρόπολης κλπ.) δημιουργήθηκαν ή έστω κατάντησαν να λειτουργούν για να βολεύονται οι εκάστοτε «ημέτεροι». Ενδεικτική γι' αυτό ήταν η προσπάθεια της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΠΟ το 2007 να υπαγάγει ακόμη και το διοικητικό έργο του της Διεύθυνσης Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων του ΥΠΠΟ στο ΤΔΠΕΑΕ με στόχο την απολύτως ανεξέλεγκτη πρόσληψη προσωπικού χωρίς κριτήρια. Ο ΣΕΑ προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά της σχετικής Υπουργικής Απόφασης και δικαιώθηκε πανηγυρικά.
· Ταμείο Διαχείρισης Πιστώσεων για την Εκτέλεση Αρχαιολογικών Έργων (ΤΔΠΕΑΕ)
Το ΤΔΠΕΑΕ υποτίθεται ότι θεσμοθετήθηκε για να εκτελεί με ταχύτητα σύνθετα αρχαιολογικά έργα. Σήμερα έχει μεταμορφωθεί σε ένα γραφειοκρατικό τέρας με δεκάδες έργα τα οποία θα μπορούσε να υλοποιεί η Αρχαιολογική Υπηρεσία με υποπολλαπλάσιο κόστος και σε πολύ λιγότερο χρόνο. Έχει υπολογισθεί με βάση τα στοιχεία των έργων ότι η αυξημένη γραφειοκρατία των επιτροπών του Ταμείου περίπου τριπλασιάζει τον χρόνο εκτέλεσης των εργασιών ενώ αυξάνει και το κόστος σε σύγκριση με ένα αντίστοιχο έργο που υλοποιεί μια εφορεία αρχαιοτήτων. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την τακτοποίηση των ωρομίσθιων υπαλλήλων του ΤΔΠΕΑΕ ως υπαλλήλων με σύμβαση αορίστου χρόνου στις εφορείες αρχαιοτήτων και τις λοιπές μονάδες της αρχαιολογικής Υπηρεσίας που πραγματοποιήθηκε τα τελευταία χρόνια, κάνει επιτακτικότερη από ποτέ την ανάγκη κατάργησης των περισσότερων επιτροπών του Ταμείου και την μεταφορά του έργου τους στις αντίστοιχες εφορείες.
Ενδεικτικά παραδείγματα της νοσηρής λειτουργίας του εν λόγω Ταμείου είναι οι σκανδαλώδεις προσλήψεις συμβασιούχων, που περιγράφηκαν παραπάνω αλλά και ο απροκάλυπτος διορισμός κομματικών παραγόντων, άσχετων με το αντικείμενο του έργου (λ.χ. πρόεδρος για το έργο της μουσειολογικής μελέτης του Αρχαιολογικού μουσείου Πατρών διορίστηκε ένας γεωλόγος!).
Ύστερα από τα παραπάνω, είναι σαφής η προβληματική λειτουργία αυτού του μορφώματος και η ανάγκη διαβούλευσης για την τύχη του. Εάν ο φορέας αυτός δεν καταργηθεί στο πλαίσιο του εξορθολογισμού της Δημόσιας Διοίκησης, θα μπορούσαν ίσως να μείνουν στο Ταμείο μόνον τα ελάχιστα, ιδιαίτερα πολύπλοκα έργα που περιλαμβάνουν εκτεταμένες εργολαβίες, οι οποίες με το ισχύον νομικό πλαίσιο δεν μπορούν να ανατεθούν από τις εφορείες. Προκειμένου να αποφευχθεί εκ νέου γιγάντωση του ΤΔΠΕΑΕ είναι απολύτως απαραίτητα να τεθούν αυστηρές προδιαγραφές για τα έργα που θα εκτελεί, να τίθενται αυστηρά χρονοδιαγράμματα και κυρίως να εφαρμοστεί ένας μέγιστος κλειστός αριθμός (π.χ. 10) έργων που θα μπορεί να διαχειρίζεται συγχρόνως. Για να ενταχθεί ένα νέο θα πρέπει προηγουμένως να έχει περατωθεί κάποιο άλλο.
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΝΕΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ
Παρά την αντίδραση σύσσωμης της αντιπολίτευσης, προεξάρχοντος του ΠΑΣΟΚ, το 2008 ψηφίστηκε από την Νέα Δημοκρατία νόμος για τη μετατροπή του Μουσείου Ακροπόλεως σε Ν.Π.Δ.Δ. καθώς και μια σειρά τροπολογιών που είχαν επισυναφθεί σε αυτό (Ν. 3711, ΦΕΚ 224/Α/5-11-08).
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, ευθύς εξαρχής αντέδρασε στην παραπάνω ρύθμιση με εμπεριστατωμένη επιχειρηματολογία σχετικά με τις δυσμενέστατες συνέπειες που θα έχει για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς ο νόμος για το Μουσείο Ακροπόλεως. Με ομόφωνες αποφάσεις Γενικών Συνελεύσεων προκήρυξε απεργιακές κινητοποιήσεις και προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά του νόμου, από το οποίο εκκρεμεί και η απόφαση επί της συνταγματικότητας του ιδρυτικού του νόμου (θα σας αποσταλεί σχετικός φάκελος).
Η θεσμική αποκοπή του Νέου Μουσείου Ακροπόλεως, δηλαδή του χώρου που στεγάζει κατά κύριο λόγο τα θραύσματα των γλυπτών του Παρθενώνα, του Ερεχθείου και των υπόλοιπων μνημείων της Ακρόπολης από τον Αρχαιολογικό χώρο του Ιερού Βράχου που είναι μνημείο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς και ύψιστο σύμβολο του ελληνικού έθνους, είναι θεσμικά, ιδεολογικά και λειτουργικά απαράδεκτη, αφού, αντιμετωπίζοντας τα γλυπτά θραύσματα των αρχιτεκτονικών μνημείων που προφανώς αποτελούν μια ενιαία σύλληψη και είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τους ναούς από τους οποίους προέρχονται, σαν αυτόνομα κινητά ευρήματα, υπονομεύει ευθέως το κύριο επιχείρημά μας για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, αντίκειται στην ουσία του άρθρου 24 του Συντάγματος και στις θεμελιώδεις αρχές της επιστήμης της Αρχαιολογίας.
Στο πλαίσιο της υποχρέωσής μας απέναντι στην συνταγματική επιταγή για την προάσπιση του δημόσιου χαρακτήρα του πολιτιστικού αποθέματος αυτής της χώρας, ο ΣΕΑ ζητά την κατάργηση του νόμου για τη μετατροπή του Μουσείου Ακρόπολης σε Ν.Π.Δ.Δ. και ταυτόχρονα την ίδρυση Ειδικής Υπηρεσίας του ΥΠΠΟΤ που θα είναι αρμόδια για τον χώρο και τα μνημεία του Ιερού Βράχου καθώς και για το παλαιό και το νέο Μουσείο Ακροπόλεως και θα διασφαλίζει την ενιαία επιστημονική, διοικητική και οικονομική διαχείριση του συνόλου των κινητών και ακίνητων μνημείων της Ακρόπολης, ώστε το ύψιστο μνημείο της χώρας να παραμείνει στη μέριμνα του Δημοσίου, όπως δηλαδή προβλέπει το Σύνταγμα.
Β7. ΘΕΜΑΤΑ ΤΑΜΕΙΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ & ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΕΩΝ
· Οικονομικά ζητήματα
Έως τώρα, το ΤΑΠΑ λειτουργούσε, θεωρητικά έστω, ως μηχανισμός αναδιανομής των εσόδων των αρχαιολογικών χώρων. Δηλαδή όλα τα έσοδα από τα εισιτήρια και τα πωλητέα είδη συγκεντρώνονταν σε ένα κοινό ταμείο και αναδιανέμονταν ανάλογα με τις ανάγκες των μνημείων σε έργα και απαλλοτριώσεις. Με τον «νόμο Λιάπη» για το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης επήλθε ένα ουσιώδες πλήγμα στα οικονομικά του ΤΑΠΑ που θα αποστερείται πλέον τα έσοδα ενός από τα μεγαλύτερα μουσεία της χώρας. Επί πλέον, σύμφωνα με σχετική τροπολογία που περιλαμβάνεται στον ίδιο νόμο τα έσοδα του ΤΑΠΑ θα διατίθενται ακόμη για τους σκοπούς του Ταμείου Διαχείρισης Πιστώσεων Εκτελέσεως Αρχαιολογικών Έργων (Τ.Δ.Π.Ε.Α.Ε.), της Ενοποίησης Αρχαιολογικών Χώρων Αθηνών Α.Ε. (ΕΑΧΑ) και του Οργανισμού Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού Α.Ε. (ΟΠΕΠ) που υποτίθεται ότι δημιουργήθηκε για να φέρει έσοδα στην μητρική του εταιρεία δηλ. το ΤΑΠΑ.!
Είναι προφανές ότι με τον νόμο Λιάπη επιχειρήθηκε το αποθεματικό του ΤΑΠΑ να διανέμεται σε παραϋπηρεσίες, εργολάβους και κατασκευαστικές εταιρείες, ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν μεγάλες και συγκεκριμένες ανάγκες και εκκρεμότητες οι οποίες εντάσσονται άμεσα στους σκοπούς του, όπως οι απαλλοτριώσεις, οι αμοιβές για παράδοση αρχαίων, οι εκδόσεις και η οικονομική ενίσχυση του έργου των Εφορειών Αρχαιοτήτων.
Ο ΣΕΑ υποστηρίζει ότι αν η πολιτική ηγεσία επιθυμεί τον εξορθολογισμό των οικονομικών του ΥΠΠΟΤ, θα πρέπει να καταργηθεί η προσφάτως θεσμοθετημένη μεταφορά κονδυλίων του ΤΑΠΑ στον ΟΠΕΠ, το ΤΔΠΕΑΕ και την ΕΑΧΑ, να κλείσει ο ελλειμματικός ΟΠΕΠ Α.Ε. και να μεταφερθούν οι λειτουργίες και το προσωπικό του στο Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων.
· Διοίκηση ΤΑΠΑ
Στον ίδιο νόμο Λιάπη προβλέπεται ο διορισμός και η παύση των μελών του Δ.Σ. του ΤΑΠΑ με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, χωρίς την γνωμοδότηση του ΚΑΣ και από πρόσωπα άσχετα με τον χώρο της διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς. Είναι προφανές ότι έτσι συσκοτίζονται τα κριτήρια επιλογής των μελών, γεγονός που γεννά την υποψία ότι εν τέλει στόχος της ρύθμισης αυτής ήταν η αποδιοργάνωση των οικονομικών του ΤΑΠΑ, το οποίο έχει σταθερούς πόρους κυρίως από τα έσοδα των αρχαιολογικών χώρων και των μουσείων, και η διαρκής συρρίκνωσή του προς όφελος παραϋπηρεσιών, οι οποίες νέμονται για χρόνια τα ταμεία του ΥΠΠΟΤ παραμένοντας ελλειμματικές από την αρχή της ίδρυσής τους.
Θεωρούμε αναγκαία την θεσμοθέτηση κριτηρίων για όσους θα συμμετέχουν στο Δ.Σ. του ΤΑΠΑ και την ex officio συμπερίληψη στην σύνθεση του ανώτατων στελεχών της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, μηχανισμός της οποίας άλλωστε είναι το ΤΑΠΑ.
Εκδόσεις
Η δημοσίευση του τεράστιου αρχαιολογικού έργου που παράγουν η Αρχαιολογική Υπηρεσία του ΥΠΠΟΤ αποτελεί στοιχειώδη συμβατική υποχρέωση του κράτους απέναντι στα μνημεία, στον πολίτη, αλλά και στην διεθνή επιστημονική κοινότητα. Υπεύθυνος φορέας για το έργο αυτό είναι το ΤΑΠΑ. Ωστόσο, την τελευταία τετραετία, με ευθύνη των διορισμένων Διοικήσεών του, παρατηρήθηκε τρομακτική καθίζηση της εκδοτικής δραστηριότητας του ΤΑΠΑ, κατάσταση που θα πρέπει άμεσα να αναστραφεί. Πρέπει λοιπόν να ληφθούν μέτρα, ώστε να προχωρήσει άμεσα η έκδοση του Αρχαιολογικού Δελτίου αλλά και των λοιπών εκκρεμών εκδόσεων. Σκόπιμο θα ήταν το Αρχαιολογικό Δελτίο να εκδίδεται και ηλεκτρονικά στο Διαδίκτυο μεταφρασμένο και στα αγγλικά. Η πρωτοφανής κατάσταση των επιστημονικών και εκλαϊκευτικών εκδόσεων του ΤΑΠΑ, δηλαδή της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας είναι απολύτως ενδεικτική της αδιαφορίας και της άγνοιας της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΠΟ αλλά και της εχθρότητας με την οποία αντιμετώπισε την παιδευτική διάσταση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Ως ελάχιστη αναγνώριση της επιστημονικής προσφοράς τους αλλά και της συνεισφοράς τους στην εκδοτική δραστηριότητα, οι αρχαιολόγοι του ΥΠΠΟΤ μπορούν να λαμβάνουν δωρεάν εκδόσεις του ΤΑΠΑ. Εκκρεμεί η επέκταση του μέτρου και στους συναδέλφους με σύμβαση αορίστου χρόνου. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να ενισχυθεί η δυνατότητα ενημέρωσης των επιστημόνων της Υπηρεσίας με τα εργαλεία που προσφέρει το Διαδίκτυο, δηλαδή τις ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες (λ.χ. το Jstor), με τις οποίες θα πρέπει να διασυνδεθούν όλες οι Εφορείες και τα Μουσεία.
Β8. ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΥΣ ΜΟΝΙΜΟΥΣ ΚΑΙ ΑΟΡΙΣΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΣΥΜΒΑΣΙΟΥΧΟΥΣ ΤΟΥ ΥΠΠΟΤ.
· Θα πρέπει το ταχύτερο δυνατό να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των υπαλλήλων δύο ταχυτήτων, μόνιμων και αορίστου χρόνου, με την αναβάθμιση των δεύτερων με ένα πρόγραμμα μονιμοποίησής τους. Ο νόμος Παυλόπουλου για την ιεραρχική τους ανέλιξη δεν είναι ικανοποιητική ρύθμιση αφού δεν αποκαθιστά την ισότητα αλλά υπονομεύει την μονιμότητα που πρέπει να έχουν οι λειτουργοί που ασκούν δημόσια εξουσία.
· Θα πρέπει να επιλυθεί η εκκρεμότητα της αναγνώρισης της προϋπηρεσίας των συναδέλφων μόνιμων και αορίστου χρόνου σε εποπτευόμενους φορείς, νομικά πρόσωπα του ΥΠΠΟΤ και στα μεγάλα έργα και να προσμετράται ως χρόνος σε δημόσια υπηρεσία.
· Είναι αναγκαίο να εφαρμοστούν οι διατάξεις του δημοσιοϋπαλληλικού κώδικα, που προβλέπουν διαφανή τρόπο μεταθέσεων με κατάρτιση ετήσιου πίνακα μεταθετέων, με βάση τα μόρια της προϋπηρεσίας, της οικογενειακής κατάστασης, της παραμονής σε επαρχία/παραμεθόριο κ.λπ.
· Εκκρεμεί η διοργάνωση εισαγωγικών σεμιναρίων νομοθεσίας και διοίκησης για τους συναδέλφους αορίστου χρόνου, προκειμένου να επιτελούν με μεγαλύτερη ευχέρεια τα καθήκοντά τους.
Γ. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΑΙΤΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ
Τελευταίο στο υπόμνημα αλλά πρώτο σε προτεραιότητα θέμα που απασχολεί τα μέλη του ΣΕΑ είναι ότι επί μια επταετία οι αποδοχές των αρχαιολόγων έχουν παραμείνει καθηλωμένες έχοντας καταντήσει πλέον να είναι προσβλητικές για το έργο που επιτελούν και ενδεικτικές βέβαια για την αντιμετώπιση που επιφυλάσσει η Πολιτεία στον πολιτισμό και στους λειτουργούς του. Παρά την δυσμενή οικονομική συγκυρία, προγραμματική δέσμευση της νέας κυβέρνησης είναι η οικονομική αναβάθμιση των εργαζομένων και η αποκατάσταση των αδικιών, και η περίπτωση των αρχαιολόγων εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία, αφού τα οικονομικά τους αιτήματα και δίκαια είναι και υπερώριμα.
Πάγιο αίτημα του ΣΕΑ είναι η αύξηση των αποδοχών όχι με επιδοματικές πολιτικές, αλλά με ένα νέο μισθολόγιο αρχαιολόγων που θα ανταποκρίνεται στα προσόντα του κλάδου μας αλλά κυρίως στο σύνθετο έργο που επιτελούν για την μνημειακή κληρονομιά της Ελλάδας, που είναι ταυτόχρονα επιστημονικό-ερευνητικό και διοικητικό-διαχειριστικό.
· Η αναπροσαρμογή του επιδόματος αρχαιολογικών ερευνών, που είναι παγωμένο εδώ και επτά χρόνια, είναι βασικό οικονομικό μας αίτημα. Η κατά 170 € είναι η ελάχιστη αναπροσαρμογή για να καλύψει τις τιμαριθμικές απώλειες του επιδόματος κατά την τελευταία επταετία. Παράλληλα θα πρέπει να εξασφαλιστεί η τακτή τιμαριθμική αναπροσαρμογή του, σύμφωνα με όσα άλλωστε προβλέπει και η κείμενη νομοθεσία (παράγραφ 9 του άρθρου 80 του Ν. 3057/2002 (ΦΕΚ 239/Α/10-10-2002). Υπενθυμίζεται ακόμη, ότι για λόγους γραφειοκρατικών αγκυλώσεων δεν παρέχεται το επίδομα σε επτά μέλη του κλάδου μας (μπορούν να το λαμβάνουν οι αρχαιολόγοι, οι μουσειολόγοι, αλλά όχι οι Αρχαιολόγοι –Μουσειολόγοι!).
· Τα επιδόματα ευθύνης για τους αρχαιολόγους προϊσταμένους Τμημάτων και Διευθύνσεων, Εφορειών και Μουσείων στο ΥΠΠΟΤ, μετά μάλιστα τις σχετικές κρατήσεις, είναι απολύτως εξευτελιστικά και δεν ανταποκρίνονται ούτε κατ΄ ελάχιστο στις μεγάλες ευθύνες που αναλαμβάνουν. Είναι απολύτως απαραίτητη η ρύθμιση για τον πολλαπλασιασμό τους.
· Στο πλαίσιο της συντεχνιακής λογικής που με συνέπεια υπηρέτησε ο τέως υπουργός ΠΕΧΩΔΕ κ. Σουφλιάς, θεσμοθετήθηκε ο οκταπλασιασμός των εκτός έδρας αποζημιώσεων των συναδέλφων μηχανικών του Δημοσίου σε σχέση με τους αρχαιολόγους και τους άλλους κλάδους του ΥΠΠΟΤ. Δηλαδή σε μια κοινή αυτοψία αρχαιολόγου και μηχανικού, ο πρώτος, ο οποίος μπορεί να είναι και διευθυντής, προϊστάμενος του δεύτερου, αποζημιώνεται με 9 € και ο δεύτερος με 70€! Παρά τις διαβεβαιώσεις της απελθούσας πολιτικής ηγεσίας για την εξίσωση των εκτός έδρας αποζημιώσεων των αρχαιολόγων και των άλλων κλάδων με εκείνες των μηχανικών, η σκανδαλώδης ανισότητα που προσβάλλει όλους τους εργαζομένους του ΥΠΠΟΤ παραμένει. Απαιτείται άμεσα η έκδοση ΚΥΑ ΥΠΠΟΤ-ΥΠΟΙΟ για την αντίστοιχη αύξηση της ημερήσιας αποζημίωσης και για τους αρχαιολόγους.
Επισημαίνουμε ότι μέχρι σήμερα, οι αρχαιολόγοι μετακινούνται για τις υπηρεσιακές ανάγκες ιδία δαπάνη δανείζοντας ουσιαστικά το κράτος από τον γλίσχρο μισθό των 1200-1300 €. Λαμβάνουν δε τις αποζημιώσεις τους με πολύμηνες ή και πολύχρονες ακόμη καθυστερήσεις.
Η εξίσωση της εκτός έδρας αποζημίωσης θα πρέπει να γίνει άμεσα από την νέα κυβέρνηση και είναι το αίτημα που προτάσσει ο ΣΕΑ προς την πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟΤ.
Κύριε Υπουργέ,
Το παρόν υπόμνημα αποτελεί μία πρώτη ενημέρωση για τα ζητήματα που αφορούν τους αρχαιολόγους του ΥΠΠΟΤ αλλά και εν γένει την Αρχαιολογική Υπηρεσία. Για τα θέματα που αναλύσαμε θα σας αποσταλούν και οι σχετικοί φάκελοι ή οι προτάσεις νομοθετικών διατάξεων. Στην συνάντηση του ΔΣ του ΣΕΑ μαζί σας μπορούμε να αναλύσουμε διεξοδικότερα τα προβλήματα και να αναζητήσουμε από κοινού τις προσφορότερες λύσεις.
Με τιμή,
Για το Δ.Σ. του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων,
Ο Πρόεδρος
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΘΑΝΑΣΟΥΛΗΣ
Η Γενική Γραμματέας
ΑΛΚΗΣΤΗ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ